Είχαν συμπληρωθεί τα 100 χρόνια από την γέννηση του ποιητή Κωνσταντίνου Καβάφη (και τα 30 από τον θάνατό του) όταν η Εταιρία Ελλήνων Λογοτεχνών οργάνωσε τιμητική εκδήλωση γι’ αυτόν στο θέατρο Παπά την 1η Δεκεμβρίου 1963 – σ’ αυτήν μίλησε και ο Κώστας Βάρναλης. Τώρα που έχουν συμπληρωθεί 150 χρόνια από την γέννηση του Καβάφη (και 80 χρόνια από τον θάνατό του) διαλέγω να καταχωρήσω στον “Κόσμο της Ν. Φιλαδέλφειας” την ομιλία αυτή του Βάρναλη, και τούτο διότι κρίνω αείζωο τον μεστό του λόγο:
“Νομίζω, πως άργησε πολύ ο πνευματικός κόσμος της Ελλάδας να τιμήσει “δημοσία” κι επίσημα τον μεγάλο Αλεξαντρινό Ποιητή. Της πρέπει έπαινος της Εταιρίας μας, του αρχαιότερου λογοτεχνικού σωματείου της χώρας, για την πρωτοβουλία της να γιορτάσει τα εκατόχρονα του Ποιητή.
Μ’ ευχαρίστησή μου δέχτηκα το χρέος να προλογίσω εγώ, σαν ο πρεσβύτερος από τους ομοτέχνους μου, την σημερινή γιορτή. Αλλά και με κάποιο φόβο: μες τα λίγα λεφτά της ομιλίας μου δεν θα μπορέσει ο θαυμασμός μου να φτάσει το μέγεθος της ποιητικής αξίας του Καβάφη. Ευτυχώς άλλοι αγαπητοί συνάδελφοι, αρμοδιότεροι μελετητές του έργου του και γνώστες του ανθρώπου, θα ικανοποιήσουνε και τον δικό σας και τον δικό μου θαυμασμό.
Ο Καβάφης μπορεί ν’ ανήκει στην δοξασμένη γενιά των “καταραμένων ποιητών”. Αλλ’ είναι από τους πρώτους! Μοναδικός, ανομοίαστος κι ανεπανάληπτος. Μοναδικός και προσωπικός και στην σκέψη του και στην τέχνη του και στην γλώσσα του.
Είναι στα χρόνια μας ο περισσότερος διαβαζόμενος και συζητούμενος ποιητής. Για κανένα άλλο δεν γραφτήκανε και δεν γράφονται τόσο πολλά βιβλία και μελέτες (ύστερ’ από τον Σολωμό και τον Παλαμά) όσο γι’ αυτόν. Και του αξίζει. Αποτελεί το πιο ενδιαφέρον πρόβλημα των νεοελληνικών γραμμάτων και για τους θαυμαστές του και για τους αρνητές του.
Και πραγματικά είναι από τους ποιητές, που δεν τους διαβάζεις μια φορά κι ύστερα τους αφήνεις. Τουναντίον πάντα ξαναγυρίζεις σ’ αφτούς και πάντα τους βρίσκεις καλύτερους και πάντα επίκαιρους σε κάθε περίπτωση. Γιατί ο λόγος τους έχει πολύ βάθος και μιλάει πολύ άμεσα σ’ όλες τις ψυχές.
Πόσο αντίθετος με τον Σολωμό – όσο αντίθετοι κι οι καιροί που ζήσανε! Μα κι οι δυο τους νοιώσανε κι εκφράσανε αυθεντικά και τελειωτικά, ο ένας τα νιάτα κι ο άλλος τα γερατειά του καιρού τους. Ο Σολωμός έζησε τα χρόνια της ανόδου του “νέου κόσμου” κι έψαλε με πάθος το μέγα κι άφταστο ιδανικό κάθε καιρού και τόπου, την ελευθερία: εθνική, πολιτική, πνευματική. Ο Καβάφης πρόφτασε να ιδεί τις στερνές αναλαμπές αυτού του κόσμου, που έσβηνε· και είδε την κατηφοριά του. Την είδε με τραγικά γελούμενη ειρωνία και συγγνώμη. Είδε και ξεσκέπασε, “αφ’ υψηλού” την ματαιότητα των πίστεων και των προλήψεων, των αρετών και των αμαρτιών, αμαρτωλός κι αφτός, αλλά και σοφός κι ενάρετος – αν θεωρήσουμε, κατά την γνώμη του, πρώτη σοφία κι αρετή την Ποίηση.
Η ποίηση του Καβάφη ομολογεί με καταπληχτικήν ειλικρίνεια τις αδυναμίες τις δικές του και τάχα του παρελθόντος, πραγματικά όμως του παρόντος – κάθε τέτοιου ιστορικού παρόντος.
Η ποίηση αφτή πηγάζει κυρίως από την Σκέψη κι αποτείνεται στην σκέψη. Ο Καβάφης είναι από τους λίγους τεχνίτες του Λόγου, που είχε νουν. Και λέγω νουν όχι την πολυμάθεια παρά την ρεαλιστική δράση και κρίση: την ικανότητα να κρίνει, να κατανοεί ο σκεφτόμενος άνθρωπος πώς και πού βαδίζει ο κόσμος και πού πρέπει να βρίσκεται ο ίδιος.
Τον καιρό που οι περισσότεροι συγκαιρινοί του υπηρετούσανε με την πέννα το Δημόσιο ψέμμα, ο Καβάφης το αρνήθηκε θαρρετά με την Γνώση του. Κι έμεινε αρνητής. Δεν τονε βοήθησε ο καιρός του να γίνει οδηγός.
Ο λόγος του είναι απλός, ακριβολόγος, ουσιαστικός, χωρίς τίποτα το περιττό γιατί η Αλήθεια αποκρούει τα στολίδια. Είναι λόγος σχεδόν πεζογραφικός. Εχθρός του μάταιου λυρισμού, στάθηκε ένας από τους μεγαλύτερους λυρικούς του νεοελληνικού Παρνασσού”.
Μένει τώρα να σημειώσω πως η ομιλία αυτή του Κώστα Βάρναλη για τον Καβάφη ετέθη αντί προλογικού άρθρου στο τεύχος αφιέρωμα της “Επιθεώρησης Τέχνης” στον Καβάφη (Αριθμός Τεύχους 108, Δεκέμβριος 1963).
Κώστας Π. Παντελόγλου