Καταχωρώ σήμερα στον “Κόσμο της Ν. Φιλαδέλφειας” το δεύτερο μέρος του γραφτού με το θέμα του τίτλου – χτες καταχώρησα το πρώτο μέρος:
“Σε λίγες μέρες ο Βάρναλης σ’ ένα άλλο χρονογράφημα με τον τίτλο “Παιδικισμός ή το παραμύθι της Άσπρης Αρκούδας” χτυπούσε τα συνθήματα φυγής που κρύβανε οι διάφορες ύποπτες αισθητικές φωνασκίες: “Όταν οι λαοί χάνουν τα νερά τους (σε περιόδους χρόνιου ξεπεσμού ή ξαφνικών ανατροπών) ζητούνε συνήθως την σωτηρία τους με την “φυγή” από την πραγματικότητα. Το σύνθημα της “φυγής” το δίνουνε οι κατώτεροι των περιστάσεων πνευματικοί ηγέτες, που με την λιποψυχία τους και την ανεπάρκειά τους αυξάνουν την σύγχυση και τον πανικό. Η “φυγή” αυτή κατευθύνεται ή προς τα “καλά περασμένα” ή προς το “Εγώ” του καθενός. Η πρώτη “φυγή” είναι ένα είδος Ψυχοσάββατου: ομαδική έξοδος των ζωντανών προς τους τάφους. Οι λογιότατοι, που πιάνουνε το Έθνος απ’ το λαρύγγι και του χώνουνε το κεφάλι μέσα στο παχνί της αττικής διαλέκτου για να γίνει άνθρωπος· οι Κάτωνες που θέλουν να ξαναχυθή η ζωή στα καλούπια των απλών ηθών και του πατριαρχικού βίου των προγόνων· οι Αρνητάδες … που ζητούνε να ξαναγίνουμε παιδιά για να ξαναβρούμε τον σωστό δρόμο, είναι όλοι αντιπροσωπευτικοί τύπο της … ψυχοσαββατιάτικης “φυγής”. Είναι οι κλασικοί τύποι του “κοσμοδιορθωτού” στις εποχές του χρόνιου ξεπεσμού. Η φυγή προς το “Εγώ” είναι φυγή, βασικά, εγωιστική. Το κάθε άτομο κοιτάει να σωθή μοναχό του αδιαφορώντας για τους άλλους. Προσπαθεί και κατορθώνει να κλείσει την ζωή μέσα στον ελεφάντινο πύργο του, μακρυά από κάθε γείτονα, όσο το δυνατό ακινδυνότερα και χωρίς ευθύνες. Ο διανοούμενος που αφοσιώνεται στην εκστατική θεώρηση των αιωνίων και απολύτων ουσιών· ο ποιητής που συχαίνεται το ανίερο πλήθος και παραληρεί “αινιγματώδη έπη” όπως λέει ο Αισχύλος· ο υλοζωιστής, που ρίχνεται με τα μούτρα στην άκρατη απόλαυση των αισθησιακών ηδονών, είναι οι κυριώτεροι αντιπροσωπευτικοί τύποι της εγωιστικής φυγής …”.
Σ’ ένα του τρίτο χρονογράφημα με τίτλο “Χαλδαίοι και μαθηματικοί”, ο Βάρναλης ξαναγυρίζει στο θέμα της φυγής:
“… Αλλά είναι κι ένα τέταρτο είδος “φυγής”: η στροφή προς την μαγεία, δηλαδή στον πρωτόγονο “προλογικισμόν”, όπου η σχέση των ανθρώπων με τους “κόσμους”, τον φυσικό και τον ανθρώπινο, τον “μακρόκοσμο” και τον “μικρόκοσμο”, δεν είναι ούτε φυσική, ούτε λογική, παρά υπερφυσική σχέση του ορατού με το αόρατο, που “επιτελείται” με το θαύμα (…). Τέτοιοι τύποι παρουσιάζονται πολλοί στις εποχές του αργού ξεπεσμού ή των απότομων τρανταγμάτων. “Χαλδαίοι” και “Μαθηματικοί”, δηλαδή αστρολόγοι και αριθμομάγοι…”.
Και σαν για να δώσει ο ίδιος ένα δείγμα της προσήλωσης του πνευματικού ανθρώπου στην πραγματικότητα, ο Βάρναλης δημοσιεύει ύστερα από λίγες μέρες ένα άλλο χρονογράφημα. Ας θυμηθούμε πως εκείνο τον καιρό οι εφημερίδες είναι γιομάτες άρθρα, λόγους, διακηρύξεις που συνιστούν την συνεργασία με τον Καταχτητή, απαγορεύσεις (φερμπότεν) των Αρχών Κατοχής, ανακοινώσεις ότι ζητούνται… νέοι προς κατάταξιν εις την Χωροφυλακήν κλπ. Πριν από λίγο είχε πέσει κι η Κρήτη, όπου οι Γερμανοί διαπράξανε ανήκουστες βαρβαρότητες. Κι ο Βάρναλης, δίχως ν’ αναφέρεται βέβαια άμεσα στο γεγονός, παραθέτει στο χρονογράφημά του “Αισχύλος-Ερωτόκριτος” την περιγραφή που κάνει ο Βιτσέντσος Κορνάρος για τον Καραμανίτη και που θύμιζε τόσο παραστατικά εκείνη την στιγμή τον Γερμανό Καταχτητή:
Επρόβαλεν ωσάν θεριό ένας Καραμανίτης
οπού ‘χεν όχτρητα πολλή με το νησί της Κρήτης…
Εις το σπαθίν του πίστευγε κι εκείνον επροσκύνα
πάντα πολέμους κι έχτρητες, πάντα μαλιές εκίνα
Στην κεφαλή ‘χε ολόμαυρο το Χάρο με δρεπάνι
και με το αίμα γράμματα κι όχι με το μελάνι
κι έλεγαν: “Όποιος με θωρεί, ας τρέμει κι ας φοβάται
και το σπαθί όπου βαστώμ κανένα δεν λυπάται”.
Τελειώνει εδώ και το δεύτερο μέρος του γραφτού με το θέμα του τίτλου – μένει μόνο να σημειώσω ότι το δημοσίευμα του Κ. Πορφύρη από το οποίο άντλησα όσα χτες και σήμερα καταχώρησα στον “Κόσμο της Ν. Φιλαδέλφειας” έχει δει το φως της δημοσιότητας από τις σελίδες του Τεύχους 87-88 (Μάρτιος-Απρίλιος 1962) της “Επιθεώρησης Τέχνης”, που ήταν αφιέρωμα στο θέμα “Οι Πνευματικοί Άνθρωποι στην Εθνική Αντίσταση”.
Κώστας Π. Παντελόγλου