Γράφει ο Φώτης Κόντογλου – που ξεκίνησε μετά την Μικρασιατική Καταστροφή από την γειτονική Νέα Ιωνία και που ζωγραφικό του έργο στολίζει και το Δημαρχείο της πόλεως των Αθηνών – στο γραφτό του “Η ξεχασμένη Ανατολή”:
“Στον καιρό μας όλος ο κόσμος μιλά και σκέφτεται για το τι κάνει η Ευρώπη κι η Αμερική. Την Ανατολή την καϋμένη κανένας δεν την συλλογίζεται, παρεκτός από το τι γίνεται με τα πετρέλαια ή με τα χαρέμια κάποιου έκφυλου σεΐχη…”
Και παρακάτω:
“… οι περισσότεροι από τους σημερινούς ανθρώπους τίποτα (δεν γνωρίζουνε για την Ανατολή) που να ‘χει κάποια σημασία για το πνεύμα μας”.
“Είπα λοιπόν – συνεχίζει ο Κόντογλου – να γράψω κάποια πράγματα για την θρησκευτική κατάσταση που βρίσκεται σήμερα αυτή η γερασμένη μάννα της Ανθρωπότητας, με τις χιλιάδες εκκλησιές και τα μοναστήρια της …” – και κάνει την αρχή γράφοντας για την Συρία, την Ελλάδα της Ασίας κατά τα βυζαντινά χρόνια, όπου “παντού μιλούσανε και διαβάζανε την ελληνική γλώσσα” και όπου “τώρα δεν βλέπει κανένας άλλο από εκκλησιές ρημαγμένες κι από μοναστήρια που έχουνε καταντήσει σωροί από πέτρες”.
Απ’ αυτά για την Συρία ξεχωρίζω τα αφορώντα τον Άγιο Συμεών τον Στυλίτη και την μεγάλη εκκλησιά του και τα καταχωρώ σήμερα εδώ, στον “Κόσμο της Ν. Φιλαδέλφειας”, (που τίποτα δεν του είναι ξένο) αμέσως παρακάτω:
“Ο (Συμεών ο Στυλίτης) γεννήθηκε κοντά στο σημερινό Χαλέπι, κατά τα 389 μ.Χ., και πήγε απ’όξω από την Αντιόχεια κι ανέβηκε απάνω σε μια κολόνα και δεν κατέβηκε απ’ αυτή επί τριανταεφτά χρόνια. Στην αρχή η κολόνα είχε ύψος έξι οργυιές, ύστερα την έκανε δώδεκα οργυιές, έπειτα εικοσιδύο, και στο τέλος τριανταέξ οργυιές, δηλαδή εικοσιένα μέτρα. Η αγιωσύνη του κατατρόμαξε τον κόσμο, όχι μονάχα στην Ανατολή, αλλά και στην δύση, μέχρι την Σπάνια, την Γαλλία και την Βρεττανία, απ’ όπου πηγαίνανε να τον προσκυνήσουνε πλήθος χριστιανοί, ανακατεμένοι με Άραβες, με Έλληνες και με Πέρσες. Κοιμήθηκε στα 459 μ.Χ., σε ηλικία εβδομήντα χρονών. …
… λέγεται και ο εν τη Μάνδρα επειδή γύρω στην κολόνα του φτιάξανε μια μάντρα, ένα περιτοίχισμα, και μέσα ήτανε μοναστήρι με κελλιά, που ασκητεύανε πολλές ψυχές όπου κυβερνούσε απάνω από τον στύλο.
Μετά την κοίμησή του, πιάσανε και μαλώσανε ποιος θα πάρει το λείψανό του, το Πατριαρχείο της Αντιόχειας ή ο λαός που κατοικούσε γύρω στη Μάντρα. Στο τέλος, το πήρε ο Πατριάρχης Μαρτύριος. Μα ύστερ’ από λίγα χρόνια το άγιο λείψανο έστειλε και το πήρε ο Αυτοκράτορας Λέων, στα 471, και το πήγε στην Κωνσταντινούπολη, όπου χτίστηκε κι εκκλησιά, για να φυλαχτεί μέσα σ’ αυτή.
Πλην ο λαός είχε μάθει να πηγαίνει να προσκυνά τον άγιο στο μέρος που βρισκότανε ο στύλος του, και, μ’ όλο που το λείψανό του βρισκότανε στην Πόλη, οι προσκυνητές πηγαίνανε στην κολόνα. Για τούτο ο βασιλιάς Ζήνων, λίγα χρόνια πριν από τα 500 μ.Χ., έστειλε κάποιους σπουδαίους μαστόρους και χτίσανε την φημισμένη βασιλική του Αγίου Συμεών, δηλαδή μια μεγάλη εκκλησιά δίχως τρούλλο, που σώζουνται τα ερείπιά της ίσαμε τα σήμερα.
Αυτό το χτίριο είναι από τα πιο σπουδαία που φιλοτέχνησε η χριστιανική τέχνη, κι είναι κανωμένο σε ύφος βυζαντινοσυριακό. Φαίνεται πως δουλέψανε και ντόπιοι τεχνίτες μαζί με τους Έλληνες της Πόλης.
Η τοποθεσία που βρίσκεται είναι θαυμάσια, απάνω σε μιαν από τις κορφές του βουνού Τζέμπελ Σεΐκ Μπαρακάτ, που πήρε τ’ όνομα του Αγίου και το λένε τώρα Τζέμπελ Σεμ-Αν. Στα πόδια του απλώνεται ο κάμπος της Αντιόχειας, ίσαμε το καταπράσινο βουνό Κουρτ Νταγ, που θα πει Λυκοβούνι. Από την άλλη μεριά θαυμάζει, εκείνος που στέκεται στην κορφή, τα παρακλάδια του Αμανού που σκαλώνουνε από τη θάλασσα.
Απάνω σε μια τέτοια εξαίσια βίγλα είναι χτισμένη η μεγάλη εκκλησιά του Αγίου Συμεών, πελώριο χτίριο, που κι οι ρεπιασμένοι τοίχοι, που στέκουνται όρθιοι ακόμα, κάνουνε τον άνθρωπο ν’ απομείνει βουβός από τον θαυμασμό.
Το μεγαλόπρεπο αυτό χτίριο είναι χτισμένο γύρω από την κολόνα του Αγίου, κι έχει την εξωτική όψη που έχει ο ναός του Μπαλμπέκ. Δεν είναι καλά-καλά ένα χτίριο, αλλά πολλά, δεμένα μεταξύ τους, ολόκληρη πολιτεία. Παρεκτός από την εκκλησιά, έχει ευρύχωρα χτίρια, που χωρούσανε χιλιάδες προσκυνητές, μοναστήρι με πλήθος κελλιά, βαπτιστήριο, ξενώνες, αυλές, βρύσες, στέρνες, κλπ. Η επιφάνεια που σκέπαζε μπορεί να λογαριαστεί ως δώδεκα χιλιάδες τετραγωνικά μέτρα. Άρχισε να χτίζεται στα 476 και τελείωσε στα 490. Ζαλίζεται κανένας βλέποντας τα χαλάσματα, φαντάσου τι ήτανε αυτό το αγλαόμορφο τεχνούργημα τον καιρό που ήτανε απείραχτο. Για να γίνει μέσα σε τόσο λίγα χρόνια θα χρειάστηκε να δουλεύουνε μέρα-νύχτα χιλιάδες εργάτες, μαστόροι, αρχιμαστόροι, σιδεράδες, μαραγκοί, μαρμαράδες,κάθε λογής τεχνίτες. Σίγουρα, η βασιλική του Αγίου Συμεών είναι το αριστούργημα της Συριακής αρχιτεκτονικής, κι η μεγαλοπρέπειά του είναι ανώτερη από κάθε άλλο χτίριο της χριστανωσύνης, παρεκτός της Αγίας Σοφίας. Μπορεί να πει κανένας πως η βασιλική του Αγίου Συμεών του Στυλίτου είναι η βαθειά και ατράνταχτη πίστη της Ανατολής κανωμένη ναός.
Τον καιρό που χτίστηκε το χτίριο, η κολόνα στεκότανε στη μέση της εκκλησιάς. Σήμερα σώζεται μονάχα η βάση της, κατατσακισμένη κι αυτή από την μανία που έχουνε οι προσκυνητές, να παίρνουν ένα κομμάτι μάρμαρο για φυλαχτό.
Ολόγυρά της είναι μιαν αυλή με οχτώ γωνιές, που έχει οχτώ μεγάλες καμάρες. Οι τέσσερες, που κοιτάζουν στα τέσσερα σημεία του κόσμου, βγάζουνε σε τέσσερα μεγάλα χτίρια, σε τέσσερες βασιλικές. Η πιο μεγάλη βρίσκεται κατά την ανατολή, και τελειώνει σε τρεις χιβάδες (αψίδες, κόγχες). Αυτή είναι η εκκλησιά που γινόντανε οι λειτουργίες.
Όλα τα χτίρια είναι στολισμένα με σκαλιστά μάρμαρα, κι είναι χτισμένα με μεγάλες πελεκητές πέτρες. Υπάρχουν εικοσιεφτά πόρτες, που οδηγούνε όλες στο ιερό βήμα της μεγάλης βασιλικής.
Αυτό το μέγα αριστοτέχνημα γκρεμνίστηκε από κάποιον μεγάλο σεισμό, κι οι ανθρώποι τ’ αποτελειώσανε, γιατί οι διάφορες φυλές μαλώνουνε ολοένα η μια με την άλλη. Το μέρος που έπαθε την πιο μεγάλη ζημιά είναι εκείνο που βλέπει κατά το βασίλεμα του ήλιου.
Η Κυβέρνηση της Συρίας αποφάσισε να στερεώσει τα πολύτιμα αυτά ερείπια και να τα συντηρήσει, καθαρίζοντάς τα από τα χώματα κι από τις πέτρες που είναι σωριασμένες ανάμεσά τους, κι αυτή την εργασία την διευθύνει ο Σελήμ μπέης Αμπντουλάκ. Το σπουδαίο αυτό έργο τελείωσε στα 1959, που γιορτάσανε οι Συριάνοι τα χίλια πεντακόσα χρόνια από την κοίμηση του Αγίου Συμεών, με λειτουργίες και μεγάλες τελετές. Σ’ αυτές τις γιορτές συντρέξανε χιλιάδες προσκυνητές, όχι μονάχα χριστιανοί από κάθε φυλή κι από κάθε δόγμα, αλλά και μουσουλμάνοι, που προσκυνήσανε όλοι με τον ίδιο σεβασμό και θαυμασμό τον Άγιο Συμεών τον Στυλίτη…”.
Μένει τώρα να σημειώσω πως όσα παραπάνω καταχώρησα άντλησα από: Φώτη Κόντογλου, Έργα Ε’, Πέδρο Καζάς Βασάντα κι άλλες ιστορίες, Γ’ έκδοση, Εκδοτικός Οίκος “Αστήρ” Αλ. & Ε. Παπαδημητρίου, Αθήναι 1986.