Καταχωρώ σήμερα στον “Κόσμο της Ν. Φιλαδέλφειας το δεύτερο μέρος του γραφτού με το θέμα του τίτλου – χτες, πάλι εδώ, καταχώρησα το πρώτο μέρος.
“Προς μεσημβρίαν βλέπομεν, υπό μορφήν μεγαλοπρεπούς ποταμού, μαρμαίρουσαν την γλαυκήν ταινίαν του Σαρωνικού, πλαισιούσαν, ως κρυστάλλινον ενετικόν πλαίσιον, τας ακτάς του Φαλήρου και του Πειραιώς·
εντός δε των κυανολεύκων του κόλπου κυμάτων φαίνονται κολυμβώσαι, η Σαλαμίς και η Αίγινα, ενώ περαιτέρω, εκ των γαλανών του πελάγους υδάτων, αναδύονται αμυδρώς πολλαί άλλαι, ποικίλαι το σχήμα, το μέγεθος, και την χροιάν περικαλλείς νήσοι του Αιγαίου.
Εις το βάθος υψούνται αποτόμως υπέρ την θάλασσαν κοσμούντα τον ορίζοντα, τα κυανοβαφή βουνά της Πελοποννήσου·
κλείουσι καλλιτεχνικώς εις ικανήν από της Αττικής απόστασιν το διάστημα, και αναπαύωσιν ευαρέστως του θεατού το βλέμμα, όπως μην χάνηται βυθιζόμενον εις το άπειρον.
Υπό τας καλλιτεχνικάς κορυφογραμμάς και τας αρμονικάς μορφάς της Πάρνηθος, του Πεντελικού και του Υμηττού, υπό τας που μεν δασοσκεπείς και θαλεράς, που δε γυμνάς και ισχρόους κλιτύας των ωραίων τούτων ορέων, ως παρά το μεγαλοπρεπές πλαίσιον κολοσσιαίας περικαλλούς εικονογραφίας, φαίνονται διεσπαρμένα τα θαλερά της Κηφισιάς, του Αμαρουσίου, του Χαλανδρίου, των Αχαρνών και άλλα χωρία·
όπισθεν δε και υπεράνω των χαμηλών οροσειρών του Αιγάλεω και του Κορυδαλλού ορθούται υπερήφανος, φέρων την χιονόλευκον χειμερινήν αυτού περιβολήν, ο Κιθαιρών·
στίλβει ζωηρώς υπό τους αποχαιρετισμούς της φευγούσης αυγής, ακτινοβολεί, ροδοδάκτυλος και κροκόπεπλος, ως η Ηώς, υπό τας θωπείας των πρώτων του Ηλίου ακτίνων.
Αλλά το έμφυτον των Αττικών τοπίων γόητρον εξωραΐζουσι μετ’ απεριγράπτου χάριτος οι ποικιλόχροες της ατμοσφαίρας φωτισμοί, η λαμπηδών των ακτίνων του Ηλίου και της Σελήνης, η φωταύγεια των πολυχρόων του άστρου της ημέρας δύσεων και μάλιστα η γοητεύουσα των αστροχιτώνων και σεληνοφεγγών νυκτών καλλονή.
Υπό την χρυσή του πρωϊνού ηλιακήν ακτινοβολίαν και το βαθυκύανον του βελουδίνου ουρανού χρώμα, τα ήρεμα του Σαρωνικού νερά ποικίλλουσι και χαράσσουσιν, ως παμμέγιστον τοπογραφικόν χάρτην, απειράριθμοι μικροί ρύακες που μεν γλαυκοί ή πράσινοι, που δε λευκοί ή κίτρινοι·
ανήκουσι εις όλας τας βαθμίδας της θαλασσίας χρωστικής κλίμακος και φέρουσιν όλους τους τόνους αυτής· παράλληλοι και κάθετοι, ευθύγραμμοι και καμπύλοι, διαρκώς μεταμορφούμενοι και βαθμηδόν μεταχρωματιζόμενοι, προσδίδουσιν εις το αιώνιον της θαλάσσης μειδίαμα την καλλιτεχνικήν ποικιλίαν των χρωμάτων και των σχημάτων το θέλγητρον.
Υπό το νυκτερινόν της ανατελλούσης Σελήνης φέγγος, τα ελαφρά του Σαρωνικού κύματα στίλβουσιν ως απέραντον μωσαϊκόν εκ πολυχρώμων πολυτίμων λίθων·
απειράριθμοι σάπφειροι, σμάραγδοι, αμέθυστοι και λαμπαδάμαντες ακτινοβολούσι, κυμαινόμενοι επί ψηφιδωτής επιφανείας της θαλάσσης·
ολόκληρος δε ο Σαρωνικός, κατά την στιγμήν της δύσεως του Ηλίου, λαμβάνων βαθμηδόν τας διαφόρους αποχρώσεις της ερυθράς κλίμακος παρουσιάζει όψιν φλεγομένης θαλάσσης, πυριφλεγούς ωκεανού!
Και όταν αι τελευταίαι του φεύγοντος άστρου της ημέρας ακτίνες εκλείψωσι, και όταν και αυτό το αμυδρόν του λυκόφωτος γλυκύ φέγγος σβεσθή, η άπειρος του ενάστρου ουρανού φωταψία, όστις κατάσπαρτος εξ απείρων ηλιακών κόσμων, εκπέμπει ποικιλοχρόους σπινθηρισμούς, μαγεύει το όμμα·
προ της θέας τοιούτου ουρανού, υπό τας αβράς θωπείας δροσεράς αύρας, ή την ευχάριστον θερμοκρασίαν ξηράς και νηνέμου ατμοσφαίρας αι Αττικαί νύκτες προσλαμβάνουσιν έκτακτον γοητείαν και απερίγραπτον μεγαλείον·
το μαγευτικόν θέλγητρον των τοιούτων νυκτών, πανταχόθεν εισδύον, θέλγει την ψυχήν αυτού, ήτις, μεθύσκουσα εξ ηδονής, πτερυγίζει θριαμβευτικώς προς τα ιδεώδη ύψη και φέρεται μετέωρος εν ενθουσιασμώ προς άλλους κόσμους! …
Και η τοιαύτη χώρα δικαίως ετέθη υπό την προστασίαν της ακτινοβόλου παρθένου, της προσωποποιούσης την διαύγειαν του αιθρίου αέρος, της γλαυκώπιδος του Διός κόρης, της θεάς του φωτός και της λάμψεως του πνεύματος και της δρόσου, της σκέψεως και των τεχνών.
Και δια τούτο η Άγραυλος και Πάνδροσος Αθηνά, ης το αστραπηβόλον βλέμμα υπήρξε τόσον εξαιρετικώς ευμενές και το φαιδρόν μειδίαμα τόσον εκτάκτως γλυκύ προς την Αττικήν εγένετο το είδωλον της Αθηναϊκής λατρείας, η ψυχή και το πνεύμα της δεσποζούσης εν Αττική φυλής, συμβολίζουσα την φύσιν εικονίζουσα το κλίμα και παριστώσα αυτό τούτο το δαιμόνιον και την δημιουργόν δύναμιν του τόπου·
Και δια τούτο η εκ της κεφαλής του Διός, εν τω μέσω αστραπών και βροντών, χρυσής βροχής και φωτεινών ακτίνων, εξελθούσα σεμνή και φωτοβόλος θεότης, η υπενθυμίζουσα την αναλαμπήν και τον κατοπτρισμόν των χρυσών του Σαρωνικού κυμάτων Τριτογένεια, η, εν τη πυρακτούση των γλαυκών οφθαλμών της ακτινοβολία, εκδηλούσα την τραχύτητα του θερινού της Αττικής καύσωνος και την φωτοβόλον λαμπρότητα του γλαυκού της Αττικής ουρανού, επολιτογραφήθη Αθηναία ή Αθηνά. …”
Κώστας Π. Παντελόγλου