Όσα ακολουθούν περιλαμβάνονται σε δημοσίευμα ανωτέρου κρατικού λειτουργού, υπηρετήσαντος εις το Υπουργείο Εσωτερικών, το οποίο είδε το φως της δημοσιότητος στα μέσα του 20ου αιώνος. Δημοσιεύθηκε επίσης στο τεύχος 117-118 του φυλλαδίου “Δημοτικά Ζητήματα” (Οκτώβριος 2010-Μάρτιος 2011).
Κατά την γνώμη μου όσα ακολουθούν είναι και κατατοπιστικά και προσανατολιστικά επί του ζητήματος στο οποίο αναφέρονται, στην επέμβαση δηλαδή του Υπουργείου Οικονομικών προς επίτευξιν υπαγωγής των Δήμων της Ελλάδος εις την εποπτείαν του, εκκινούν δε από την αφετηρία της αγάπης προς τον θεσμό της Τοπικής Αυτοδιοικήσεως – οι προσπαθούντες στους Δήμους της Ελλάδος και οι ειλικρινώς ενδιαφερόμενοι γι’ αυτούς ας τα προσθέσουν στην πνευματική τους οπλοσκευή, τους χρειάζονται θαρρώ στους δύσκολους καιρούς μας:
«Εις τον Αναγκαστικόν Νόμον 1538 της 29ης Οκτωβρίου 1950, όστις ρυθμίζει τα ζητήματα των αποδοχών των υπαλλήλων των Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, παρεισέφρυσεν, όλως παραδόξως, διάταξις κατά την οποίαν οι Δήμοι και οι υπό τούτων εξηρτημένοι Οργανισμοί, δηλαδή τα Δημοτικά Νοσοκομεία, Γηροκομεία, Πτωχοκομεία, Βρεφοκομεία, Επιχειρήσεις κλπ. υπάγονται από απόψεως διαχειρίσεως και εν μέρει διοικήσεως εις την εποπτείαν του Υπουργού Οικονομικών.
Με την λέξιν «παρεισέφρυσεν» την οποίαν μεταχειρίζομαι ανωτέρω θέλω να είπω ότι δεν ήτο επιτρεπτόν και πρέπον, εις ένα Νόμον ο οποίος ρυθμίζει τας κυρίας και προσθέτους αμοιβάς των υπαλλήλων Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου, τα επιδόματα αυτών, τον χρόνον εργασίας κλπ. να τεθή και διάταξις ρυθμίζουσα άλλως τα της διαχειρίσεως και διοικήσεως των Δήμων και των υπό τούτων εξηρτημένων Οργανισμών.
Δεν είναι η πρώτη φορά που επιχειρεί το Υπουργείον Οικονομικών να υπαγάγη υπό την εποπτείαν του τους ισχυροτέρους εκ των Οργανισμών της Τοπικής Αυτοδιοικήσεως.
Παρομοίαν διάταξιν είχε θέσει και εις τον Νόμον 787 του έτους 1943, περιορίζον την εποπτείαν του μόνον εις τους Δήμους.
Ως προϊστάμενος τότε της Διευθύνσεως Τοπικής Αυτοδιοικήσεως διεμαρτυρήθην εντόνως εις την Κυβέρνησιν η οποία κατενόησε το άτυπον της διατάξεως αυτής, αντελήφθη ότι τοιαύτης φύσεως επέμβασις του Υπουργείου Οικονομικών εις τα της διοικήσεως και διαχειρίσεως των Οργανισμών της Τοπικής Αυτοδιοικήσεως θα απετέλη βαρύτατον πλήγμα κατά του θεσμού της Τοπικής Αυτοδιοικήσεως και προήλθεν εις την κατάργησιν αυτής δια του Νόμου 1806 της 5ης Σεπτεμβρίου 1944.
Δια να αντιληφθή κανείς την σημασίαν και την έκτασιν της δια του περί ου πρόκειται νομοθετήματος επεμβάσεως του Υπουργείου Οικονομικών εις τα της Τοπικής Αυτοδιοικήσεως, παραθέτω τας υπό των οικείων Νόμων 281/1936 και 787/1943, εις ους αναφέρεται η σχετική διάταξις του Αναγκαστικού Νόμου 1538/1950 παραχωρουμένας εις αυτό προς άσκησιν αρμοδιότητας.
1)
Εις την Γενικήν Διεύθυνσιν Δημοσίου Λογιστικού ανατίθεται εφεξής ο έλεγχος των διαχειριστικών στοιχείων εισπράξεως και πληρωμών, η τήρησις των λογαριασμών και η παρακολούθησις της υπό του Δήμου ορθής διεξαγωγής της διαχειριστικής και λογιστικής υπηρεσίας.
Ο έλεγχος ούτος ανήκε πάντοτε και σήμερον εις τους κατά τόπους (διωρισμένους) Νομάρχας και ασκείται υπό τούτων δια των περιφερειακών διοικητικών υπαλλήλων επαρκώς και κατά τρόπον επιτυχή.
Συχνότατα το Υπουργείον Εσωτερικών, ως ασκούν την ανωτάτην εποπτείαν, αναθέτει εις τον Επιθεωρητήν Τοπικής Αυτοδιοικήσεως και εις τους Διοικητικούς αυτού Επιθεωρητάς τον έλεγχον της διοικήσεως και διαχειρίσεως των Δήμων και των υπό τούτων εξηρτημένων Οργανισμών. Και μόνον οσάκις δεν επαρκούν οι Διοικητικοί Επιθεωρηταί ζητεί παρά του Υπουργείου Οικονομικών την αποστολήν Οικονομικού Επιθεωρητού προς έλεγχον της διαχειρίσεως ωρισμένου Δήμου ή Νομικού Προσώπου Δήμου.
Συνεπώς η αφαίρεσις της αρμοδιότητος ταύτης από το Υπουργείον Εσωτερικών, με το οποίον είναι αρρήκτως συνδεδεμένα η εποπτεία και ο έλεγχος των πάσης φύσεως Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως αποτελεί οιονεί υπαγωγήν του Υπουργείου των Εσωτερικών υπό το Υπουργείον των Οικονομικών και εμποδίζει την ανάπτυξιν της πρωτοβουλίας και ελευθέρας δράσεως των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως.
2)
Επί των δαπανών των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοικήσεως επιβάλλεται άσκησις πλήρους προληπτικού ελέγχου υπό των παρέδρων ή των επιτρόπων του Ελεγκτικού Συνεδρίου ή υπό των οικονομικών υπαλλήλων εις ους παρέχεται και αμοιβή οριζομένη εις ½% επί του ποσού των ελεγχομένων χρηματικών ενταλμάτων.
Ο προληπτικός έλεγχος τον οποίον καθιερώνει το Υπουργείον των Οικονομικών, ασκείται ανέκαθεν και νυν υπό των (διωρισμένων) Νομαρχών, οι οποίοι ελέγχουν από απόψεως νομιμότητος, εις περιωρισμένας δε περιπτώσεις και από απόψεως σκοπιμότητος, απάσας τας αναφερομένας εις δαπάνας αποφάσεις των Δημοτικών Συμβουλίων.
3)
Οι προϋπολογισμοί των Δήμων και των υπό τούτων εξηρτημένων Οργανισμών υποβάλλονται εις την Γενικήν Διεύθυνσιν Δημοσίου Λογιστικού και εγκρίνονται υπό του Υπουργού των Οικονομικών.
Οι προϋπολογισμοί ούτοι ελέγχονται σήμερον υπό των κατά τόπους (διωρισμένων) Νομαρχών, οίτινες ευρισκόμενοι εγγύτερον των πραγμάτων και έχοντες άμεσον και προσωπικήν αντίληψιν των αναγκών εκάστης πόλεως, υποδεικνύουν τας ελλείψεις και τας επιβαλλομένας τροποποιήσεις.
Το Υπουργείον των Εσωτερικών ανέκαθεν σεβόμενον την ανάπτυξιν της πρωτοβουλίας και της ελευθέρας δράσεως των Οργανισμών της Τοπικής Αυτοδιοικήσεως, αφήκεν εις τας Διοικήσεις αυτών πλήρη ελευθερίαν εις την διαχείρισιν των τοπικών πόρων και ζητημάτων, δηλαδή ηκολούθησεν αρχήν σύμφωνον προς το πνεύμα και τον θεσμόν της Τοπικής Αυτοδιοικήσεως, ήτις αρχή αυστηρώς και μετά μεγαλυτέρας ελευθεριότητος τηρείται υπό όλων των Κρατών. Τώρα, με ποίας προϋποθέσεις και υπό ποίαν ειδίκευσιν και πείραν θα έλθουν οι υπάλληλοι του Γενικού Λογιστηρίου να εγκρίνουν και συνεπώς να τροποποιήσουν και μεταβάλλουν τον προϋπολογισμόν τον οποίον θα συντάξη το Δημοτικόν Συμβούλιον Διδυμοτείχου ή το Αδελφάτον οιουδήποτε Δημοτικού Ιδρύματος δεν δύναμαι να προβλέψω. Πάντως η διαδικασία αύτη και μεγίστην δυσχέρειαν και βραδύτητα θα παρεμβάλη εις την διαχείρισιν των τοπικών υποθέσεων και έρχεται εις πλήρη αντίθεσιν προς την μετά τόσης επιμονής επιδιωκομένην υπό της Κυβερνήσεως αποκέντρωσιν.
4)
Εφεξής οι οργανισμοί εσωτερικής υπηρεσίας των Δήμων και των υπό τούτων εξηρτημένων Οργανισμών, δια των οποίων ορίζονται αι θέσεις, οι βαθμοί, αι αποδοχαί κλπ. των δημοτικών υπαλλήλων, θα υπόκεινται και εις την έγκρισιν του Υπουργείου των Οικονομικών.
Η διάταξις αύτη, καθ’ ημάς, είναι εντελώς ακατανόητος, δεδομένου ότι και αυταί ακόμη αι καθ’ Υπουργεία ωργανωμέναι κρατικαί υπηρεσίαι καθορίζουν τας θέσεις και τους βαθμούς των υπαλλήλων των άνευ ουδεμίας παρεμβάσεως του Υπουργείου των Οικονομικών και μόνον εις περίπτωσιν καθ’ ην δημιουργείται δαπάνη εις βάρος του Δημοσίου ζητείται η έγκρισις του ως είρηται Υπουργείου. Και ως κρατικαί ακόμη υπηρεσίαι αν εξελαμβάνοντο οι Οργανισμοί της Τοπικής Αυτοδιοικήσεως και ετύγχανον αναλόγου μεταχειρίσεως δεν θα ετίθετο υπό τοιούτους αυστηρούς περιορισμούς ο τρόπος της διοικήσεώς των.
Σημειωτέον ότι οι υπό των Δημοτικών Συμβουλίων ψηφιζόμενοι οργανισμοί εσωτερικής υπηρεσίας, δι’ ων καθορίζονται αι θέσεις, οι βαθμοί κλπ. των δημοτικών υπαλλήλων, τελούν σήμερον υπό την έγκρισιν του Υπουργού των Εσωτερικών, παρεχομένην μετά γνώμην συμβουλίου αποτελουμένου εξ ανωτάτων υπαλλήλων του Υπουργείου των Εσωτερικών εχόντων, λόγω ειδικεύσεως και πείρας, πλήρη γνώσιν των ζητημάτων της διοικήσεως των Δήμων.
5)
Ιδού τώρα και η τελευταία καταληκτική διάταξις:
Εις τας Διοικούσας Επιτροπάς και Συμβούλια των Δήμων και των υπό τούτων εξηρτημένων Οργανισμών θα μετέχουν ως μέλη μετά ψήφου υπάλληλοι της αρμοδιότητος του Υπουργείου Οικονομικών, οίτινες αντιπροσωπεύοντες τον Υπουργόν των Οικονομικών, θα υποβάλλουν αυτώ σχετικάς εκθέσεις και θα υποδεικνύουν τα τυχόν προς το συμφέρον των εν λόγω Οργανισμών ληπτέα μέτρα.
Δια της εν λόγω διατάξεως νοθεύεται η εκπροσώπησις και η διοίκησις του Δήμου, η οποία κατά παραδεδεγμένην ανέκαθεν αρχήν τηρουμένην και αυστηρώς εφαρμοζομένην εις όλα τα Κράτη, ανήκει εις Συμβούλιον εκλεγόμενον δι’ αμέσου ψηφοφορίας υπό των εχόντων τα υπό του νόμου εκάστοτε οριζόμενα προσόντα δημοτών.
Η διάταξις δε αύτη δεν νοθεύει μόνον την εκπροσώπησιν και διοίκησιν του Δήμου, αλλά και καταργεί ουσιαστικώς αυτήν ταύτην την Τοπικήν Αυτοδιοίκησιν την οποίαν μετά τόσης στοργής περιέβαλλον ανέκαθεν αι Κυβερνήσεις και μετά τόσου ενδιαφέροντος εκφράζονται περί αυτής εις τας προγραμματικάς των εκάστοτε δηλώσεις.
Εθεώρησα καθήκον και υποχρέωσιν ως παλαιός διοικητικός υπάλληλος, ασχοληθείς επί μακράν σειράν ετών με τα θέματα της Τοπικής Αυτοδιοικήσεως, να εκθέσω τας αντιλήψεις μου, αι οποίαι πιστεύω είναι αντιλήψεις όλων των αγαπώντων την Τοπικήν Αυτοδιοίκησιν, ώστε να μην παρέλθη απαρατήρητος μία τοιαύτη σημαντική μεταβολή ανατρέπουσα την από της εφαρμογής εν Ελλάδι του θεσμού της Τοπικής Αυτοδιοικήσεως υφισταμένην κατάστασιν.
Το ανέκαθεν υφιστάμενον καθεστώς απέδωσε μέχρι τούδε, παρά τας κατά καιρούς αντιξοότητας, ικανοποιητικά αποτελέσματα. Ας μην παρεμβάλωμεν λοιπόν με καινοφανείς διατάξεις και πειραματισμούς προσκόμματα εις την Τοπικήν Αυτοδιοίκησιν και ας την αφήσωμεν ελευθέραν και αδέσμευτον να προχωρήση εις το έργον της δια να επιτελέση τον υψηλόν προορισμόν της.
Η άμεσος εποπτεία του (διωρισμένου) Νομάρχου και η ανωτέρα εποπτεία του Υπουργείου των Εσωτερικών παρέχουν πλήρη εχέγγυα δια την εύρυθμον λειτουργίαν των Οργανισμών της Τοπικής Αυτοδιοικήσεως.
Ευτυχώς, η ανωτέρω σχολιασθείσα διάταξις περιέχεται εις Αναγκαστικόν Νόμον, ο οποίος λίαν συντόμως θα τεθή υπό την κρίσιν της Βουλής προς κύρωσιν, και ελπίζω ότι και η Κυβέρνησις και σύσσωμος η Βουλή θ’ απαλείψη την διάταξιν αυτήν, η οποία καταφέρει βαρύτατον πλήγμα εις την Τοπικήν Αυτοδιοίκησιν».
Μένει τώρα να σημειώσω εδώ ότι το δημοσίευμα αυτό υπογράφεται από τον Διευθυντή του Υπουργείου Εσωτερικών Ανδρέα Δελήμπαση και έχει δημοσιευθεί στο περιοδικό «Τοπική Αυτοδιοίκησις» (*) το έτος 1950 υπό τον τίτλο: «Η Τοπική Αυτοδιοίκησις καταργείται».
(*) Το περιοδικό «Τοπική Αυτοδιοίκησις» εξεδίδετο υπό της «Πανελληνίου Ενώσεως Δημοτικών και Κοινοτικών Υπαλλήλων». Για περισσότερα βλ.
Κώστας Π. Παντελόγλου,
Περί της Επιθεωρήσεως της Τοπικής Αυτοδιοικήσεως
του επισήμου οργάνου της Κεντρικής Ενώσεως
των Δήμων και Κοινοτήτων της Ελλάδος (ΚΕΔΚΕ)
μια επιστημονική και αυτοδιοικητική προσέγγιση
(β’ έκδοση επηυξημένη)
Εκδόσεις Παντελόγλου, Αθήνα 2010,
Ντοσσιέ 1, Σελ. 5 και Ντοσσιέ 2, Σελ. 30-31
Κώστας Π. Παντελόγλου