Τον Δεκέμβριο του 1956 η Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών γιόρτασε τα 50χρονα του Βαρναλικού έργου με μια εκδήλωση στο θέατρο “Ιντεάλ” – εκεί μίλησε για τον Κώστα Βάρναλη και ο Παναγής Λεκατσάς, που μεταξύ άλλων είπε και όσα αμέσως παρακάτω καταχωρώ σήμερα στον “Κόσμο της Ν. Φιλαδέλφειας”
“Ο εορτασμός, αξιότιμοι Συνεορταστές, των πενήντα χρόνων που το όνομα του Βάρναλη σελαγίζει στον ποιητικό ουρανό, έχει για μας πολλαπλή σημασία.
Πρώτα, που η ποίηση του Βάρναλη είναι γνωστή κι αγαπημένη σε πλατύτατα στρώματα του λαού, όντας, από την μεριά της ποιότητάς της, ποίηση ασυγκατάβατα αριστοπρεπής, υψηλή στις συλλήψεις της και κλασσική στην ευγένεια της μορφής της. Η διάκριση λαϊκότητας και ποιότητας φυσικά περιττεύει: Η αληθινή ποίηση απευθύνεται και στους λίγους και στους πολλούς, προσφέροντας πάντα, και στους λίγους και στους πολλούς, περισσότερα απ’ όσα μπορούνε να πάρουν. …
Το δεύτερο -που βαθαίνει απεριόριστα την σημασία του σημερινού μας εορτασμού- είναι η γνησιότητα κι η αξία του Βαρναλικού έργου. Μαθηματικού τύπους για το μέτρημα της γνησιότητας και της αξίας του έργου τέχνης δεν έχουμε … Ωστόσο δεν λείπουν ολότελα τα κριτήρια για να βρούμε και το ‘να και τ’ άλλο. Αν το έργο που κρίνουμε διαθέτει την μαγική εκείνη κι ασυγκατάβατη δύναμη να μεταφέρει την ψυχή στην σφαίρα του Οράματος και του Πάθους του, αν την δύναμη αυτή την ασκεί και στους λίγους και στους πολλούς, κι αν, κάθε φορά την ασκεί με την ίδια ένταση της πρώτης φοράς, η γνησιότητά του δεν αντιλογιέται. Διακριβώνοντας, έτσι, την γνησιότητα του έργου που κρίνουμε με την ίδια την εμπειρία μας, γυρίζουμε, για να μετρήσουμε την αξία του, στα κατορθώματα του παρελθόντος. … Εξοικειωμένοι με τα ποιητικά αριστουργήματα, μπορούμε, έτσι, να κρίνουμε μόνοι μας, αν το έργο του Βάρναλη ανήκει, συνολικά, στο κλίμα τους, κι αν ωρισμένα κομμάτια του παίρνουν δικαιωματικά την θέση τους ανάμεσα στα θαύματα τούτα. Εγώ ένα μονάχα ας πω, πως κανένα από τ’ αριστουργήματα της παγκόσμιας ποίησης δεν στέκει παραπάνου από την “Μάνα του Χριστού” του. Για πόσους και ποιους ποιητές τέτοιες συγκρίσεις μπορούν να σταθούν, καθένας ας το κρίνει για λογαριασμό του.
Το τρίτο είναι πως αξιωνόμαστε σήμερα να πανηγυρίζουμε ένα σπανιώτατο είδος ποιητή – έναν Έλληνα, εννοώ, ποιητή, Έλληνα με την βιωματική, πνευματική και αισθητική, άρα και με την γνήσια εθνική σημασία του όρου. … Η ποίηση του Βάρναλη ανήκει στην σειρά των όρθιων δένδρων: των δένδρων που οι ρίζες τους βυθίζονται στην εθνική παράδοση, που ο κορμός τους υψώνεται συγκροτημένος από τα υλικά της εθνικής συνείδησης, κι οι χρυσόκαρποι κλώνοι τους εισβάλλουν στο οικουμενικό πλέον κλίμα”.
Κώστας Π. Παντελόγλου