Image

Ο Κώστας Βάρναλης για τον αρχαιολόγο Γεώργιο Σωτηριάδη

Γεώργιος Σωτηριάδης
Γεώργιος Σωτηριάδης

Πέθανε στις 27 Ιανουαρίου 1942 ο αρχαιολόγος Γεώργιος Σωτηριάδης και ο Κώστας Βάρναλης του αφιέρωσε το χρονογράφημά του στην “Πρωΐα” στις 29 Ιανουαρίου, δυο μέρες μετά – από το χρονογράφημα αυτό του Βάρναλη, που περιλαμβάνεται και στο βιβλίο με τίτλο “Φέιγ Βολάν της Κατοχής” με χρονογραφήματά του, βιβλίο που χρωστάμε στην επιμελημένη εργασία του γεωπόνου με τα πλατειά πνευματικά ενδιαφέροντα Γιώργου Ζεβελάκη (Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 2007), απέσπασα όσα καταχωρώ σήμερα στον “Κόσμο της Ν. Φιλαδέλφειας” αμέσως παρακάτω:

“Όχι μονάχα ένας άνθρωπος σοφός, που επρόσφερε μεγάλες υπηρεσίες στην ελληνική επιστήμη και ειδικά στην αρχαιολογία, παρά κι ένας άνθρωπος με μεγάλη καρδιά και πάντα προοδευτικός και πάντα “νέος”, ο καθηγητής Γεώργιος Σωτηριάδης απέθανε προχτές, ενενήντα χρονών, χωρίς αυτά τα χρόνια να τον βαραίνουν και πολύ.

Ξερακιανός, ψηλός, με ασημένια χαίτη, ακούραστος πεζοπόρος και ορειβάτης (συχνά τον έβλεπα με γυλιό στον ώμο), έμοιαζε περισσότερο με ποιητή, παρά με ιστορικό και αρχαιολόγο. Και ήτανε ποιητής – με την πλατειά σημασία της λέξης. Αγαπούσε με πάθος την φύση και την ποίηση κι η μελέτη που έγραψε για τον Κάλβο κι η μετάφρασή του στην δημοτική της “Ορέστειας” του Αισχύλου το μαρτυρούν αρκετά.

Τρεις πνευματικοί άνθρωποι στην Ελλάδα είχανε τα πιο εκφραστικά -θα έλεγα ωραία- κεφάλια. Ο γιατρός και λόγιος Φώτης Φωτιάδης από τη Πόλη, που έγραψε το πολύκροτο βιβλίο “Το γλωσσικό μας ζήτημα κι η εκπαιδευτική μας αναγέννηση”, ο ποιητής Καβάφης κι ο Σωτηριάδης. Άμα τους πρωτόβλεπες καταλάβαινες πως έχεις μπροστά σου ανθρώπους του βαθιού στοχασμού και της ωραίας ψυχής. Ο πλούσιος εσωτερικός τους κόσμος έλαμπε στο πρόσωπο κι η δημιουργική πνοή εξαΰλωνε τα χαρακτηριστικά τους.

Ο Σωτηριάδης ήτανε άνθρωπος πολυμερής: παιδαγωγός (διατέλεσε διευθυντής των Ζαρίφειων Διδασκαλείων της Φιλιππουπόλεως), δημοσιογράφος (συντάκτης επί τέσσερα χρόνια στην “Εφημερίδα” του Κορομηλά), αρχαιολόγος, ιστορικός και λόγιος. Ως αρχαιολόγος έκανε σημαντικές ανασκαφές στο Θέρμιον της Αιτωλίας, στην Δωδώνη, στας Θήβας, στην Σελασία, στην Χαιρώνεια και στον Μαραθώνα. Αυτός επιστάτησε στην αναστήλωση του Λέοντος της Χαιρωνείας απάνω στον Τύμβο των Ιερολοχιτών· κι αυτός ανακάλυψε στον Μαραθώνα ένα σπουδαιότατο Μυκηναϊκό τάφο (πιθανώς βασιλικό), στο Αγριλίκι. Ως ιστορικός εδίδαξε επί δεκαοκτώ χρόνια στο Πανεπιστήμιο των Αθηνών και της Θεσσαλονίκης· ως λόγιος ανέλυσε τις ωδές του Κάλβου μ’ ενθουσιασμό και πίστη και μετέφρασε την τριλογία της “Ορέστειας”.

Αλλά δεν ήταν, όπως είπαμε, μονάχα ένας πολυμερής πνευματικός άνθρωπος. Ήτανε και άνθρωπος προοδευτικός, αν όχι νεωτεριστής. Και ποιο ήταν το πιο φλογερό ζήτημα, το πιο ζωτικό και πιο εθνικό στην εποχή του; Το γλωσσικό ζήτημα. Ο Σωτηριάδης σαν άνθρωπος ζωντανός πήρε θέση στην παράταξη την προοδευτική μαζί με τον Πολίτη, τον Λάμπρου, τον Τσούντα. Και δεν πήρε μονάχα θέση στην παράταξη, παρά και μέρος στην μάχη. Μετέφρασε την “Ιστορία της Βυζαντινής Λογοτεχνίας” του Κρουμπάχερ κι αυτό θεωρήθηκε από τους γλωσσαμύντορες ως μια πρόκληση εναντίον του ακαδημαϊκού κλασικισμού κι ως μια ενίσχυση του αγώνος των χυδαϊστών. Κι όταν παίχτηκε η μετάφρασή του της “Ορέστειας” στο τότε “Βασιλικό Θέατρο” ο Μιστριώτης έδωσε το σύνθημα της γενικής επίθεσης. Η φοιτηταριά ξεσηκώθηκε για να εμποδίσει την βεβήλωση του Αισχύλειου λόγου. Οι διαδηλωτές φτάσανε ένα βράδυ (8 Νοεμβρίου 1903) έξω από το θέατρο με σκοπό να το κάψουνε και τότες επήλθε σύγκρουση με τον στρατό και σκοτωθήκανε δύο από τους διαδηλωτές. Είναι τα περίφημα “Ορεστειακά”, που σημειώνουν μια μαύρη σελίδα στην ιστορία του νεοελληνικού πνεύματος, μαζί με τα “Ευαγγελιακά” του 1909.

Οι παλαιότεροι θυμούνται τον αναβρασμό των νέων έξω από τα Προπύλαια του Πανεπιστημίου. […]

Πόση μάταιη σπατάλη δυνάμεων του καιρού εκείνου για μια τόσο άδικη υπόθεση! Γιατί ο δημοτικισμός, όπως ήταν εφυσικό, ενίκησε στην ποίηση και στο θέατρο και στην πρόζα, ώστε κι αυτή η μετάφραση του Σωτηριάδη [της “Ορέστειας”] με την κλητική “θεές”, που ματοκύλησε την Αθήνα, να φαίνεται σήμερα εντελώς καθυστερημένη… Ωστόσο, δεν παύει ο σοφός, που ανεπαύθη χτες, να είναι ένας από τους πιο φωτισμένους και πιο προοδευτικούς ανθρώπους του καιρού του”.

Κώστας Π. Παντελόγλου