Όσα σήμερα καταχωρώ στον “Κόσμο της Ν. Φιλαδέλφειας” ένα απόσπασμα είναι από δημοσίευμα του Αρχιτέκτονα Άρη Κωνσταντινίδη σε ξένο περιοδικό το έτος 1965, που το έχει περιλάβει και στο βιβλίο του “Για την Αρχιτεκτονική. Δημοσιεύματα σε εφημερίδες σε περιοδικά και σε βιβλία 1940-1982 Βιβλιογραφία”, το οποίο κυκλοφόρησε από τις Εκδόσεις Άγρα το έτος 1987 (και σε Α’ ανατύπωση τον Μάρτιο του 2004) – ο τίτλος έχει μπει από εμένα:
“[…] έργο που δεν εντάσσεται αρμονικά μέσα στο κάποιο τοπίο, δεν μπορεί να είναι αρχιτεκτονική. […]
Πιστεύω πως το συγκεκριμένο τοπίο, το συγκεκριμένο ακόμη κλίμα και η συγκεκριμένη μορφή του φυσικού χώρου, καθορίζουν αποφασιστικά το κατασκευαστικό σύστημα, την λειτουργική διάταξη, τέλος και την πλαστική μορφή του έργου.
Χωρίς τοπίο, κλίμα και έδαφος (-αλλά και ήθη και έθιμα) δεν μπορεί να υπάρξει αρχιτεκτονική. Γιατί η αρχιτεκτονική είναι γεωγραφική, και φυτρώνει στον κάθε τόπο όπως τα δέντρα, οι θάμνοι και τα λουλούδια. Οπότε το κάθε χτίσμα, μικρό ή μεγάλο, ανθίζει στον συγκεκριμένο τόπο σαν ένα αυτονόητο φυσικό στοιχείο, για να ζει μαζί με τον άνθρωπο, και για να έχει ανάστημα και νόημα και ψυχή.
Δουλεύουμε, οι αρχιτέκτονες, με νου μαζί και με καρδιά, έτσι που το έργο μας να είναι η αυτοπροσωπογραφία της εποχής μας. […]
[…] Πιστεύω πως αν σήμερα μπορούμε να κάνουμε κάτι καινούργιο και νέο, θα είναι όχι γιατί η τεχνική και τα νέα υλικά (-και οι νέοι τρόποι κατασκευής) μάς επιτρέπουνε και τους πιο καταπληκτικούς τεχνικούς ακροβατισμούς, […] αλλά γιατί το βαθύτερο πνεύμα που φωλιάζει μέσα στις κατασκευές μας θα είναι αυτό που γυρεύει η εποχή και ο κάθε τόπος, σαν ένα επίτευγμα πνευματικό με ρίζες βαθειές μέσα στην ψυχή μας, σύμφωνα με την γενική θέση που παίρνουμε απέναντι στην σύγχρονη ζωή – σύμφωνα, θα έλεγα, με έναν νεώτερο τρόπο που εντάσσουμε σήμερα τον εαυτό μας μέσα στον φυσικό μας περίγυρο, δηλαδή στο τοπίο και την φύση.
[…] Γιατί εκεί σήμερα αντικρύζουμε τον φυσικό μας περίγυρο – το τοπίο, την φύση – όχι μονάχα σαν μια ζωγραφισμένη εικόνα, αλλά πιο πολύ σαν έναν χώρο ζωής, όπου μπορούμε να ζήσουμε μέσα του άνετα και όμορφα, και υγιεινά. […] – να λοιπόν το καινούργιο και το πρωτοφανέρωτο […]: να συνθέτουμε τα κτίριά μας με το τοπίο, με την φύση, και να οργανώνουμε το μέσα και το έξω σε ενιαίο και αρμονικό σύνολο, για μιαν άνετη λειτουργική ζωή, για μιαν διαβίωση σε ένα ουσιαστικό πνευματικό και καλλιτεχνικό ήθος.
Σε τούτη την καινούργια σύνθεση μάς έχει βοηθήσει βέβαια και η πιο νέα τεχνική, τα πιο νέα υλικά και οι πιο νέοι κατασκευαστικοί τρόποι. Οφείλουμε όμως, πιστεύω, τούτη την νέα συνθετική πρωτοβουλία μας και στο πιο νέο πνευματικό και καλλιτεχνικό (-θα έλεγα και ανθρωπιστικό) ιδανικό που θρέφει τις πιο εσωτερικές επιθυμίες μας, – όταν κοπιάζουμε σήμερα όχι μονάχα για μιαν υλιστική άνεση και ευμάρεια αλλά περισσότερο για έναν πνευματικώτερο τρόπο ζωής, μέσα σε έναν κόσμο όπου η σωματική ρώμη παντρεύεται αρμονικά με την πνευματική καλλιέργεια και την ψυχική ανάταση.
Και πλάθουμε λοιπόν σήμερα χώρους ζωής, όπου το κτίριο και το τοπίο συνθέτουνε μαζί έναν οργανισμό – ένα συνθετικό και αισθητικό σύνολο – για να είναι η αρχιτεκτονική η φωλιά της ζωής μας, ο χώρος της ψυχής μας” (Σελ. 180-183).
Κώστας Π. Παντελόγλου