Όσα καταχωρώ σήμερα στον “Κόσμο της Ν. Φιλαδέλφειας” απόσπασμα είναι από ένα γραφτό του Παύλου Νιρβάνα, που είδε το φως της δημοσιότητας από τις σελίδες του περιοδικού “Νέα Εστία” το έτος 1930 – έχει την σημασία της θαρρώ αυτή η καταχώρηση και την αξία της, που ξεπερνά την απλή γνώση της ιστορίας, όντας και διαρκούς επικαιρότητας.
“[…] η Αθήνα χτίζεται χωρίς κανένα σχέδιο, τμηματικά, πρόχειρα, μπαλωματικά, όχι μονάχα χωρίς ενιαίο ρυθμό, αλλά και χωρίς καμμιά λογική, καμμιά επιστήμη, καμμιά αισθητική, καμμιά σχέση και αναλογία των μερών της μεταξύ τους και προς το σύνολο και, προ πάντων, χωρίς καμμιά ευλάβεια προς την αρχιτεκτονική της ιστορία και τα μνημεία της ιστορίας της, που την τριγυρίζουν, εκτός από εκείνα που θάφτηκαν για πάντα κάτω απ’ τον άσχημο όγκο της. […]
[…] με ένα, όποιο και να ήταν, σχέδιο θα προχωρούσαμε απάνω σε μια οικοδομική γραμμή και όχι στην τύχη. Βέβαια δύσκολο θα ήταν να διορθωθούν τα λάθη που έγιναν με γκρεμίσματα ολόκληρων συνοικιών, όπως δεν διστάζουν να κάνουν αλλού, όταν μια ανώτερη υγιεινή ή αισθητική ή πρακτική ανάγκη προσαρμογής με τις νέες συνθήκες της ζωής το καλεί.
Για τέτοια ηρωικά μέτρα μας λείπουν, βέβαια, τα μέσα, θα αποφεύγαμε όμως να προσθέσουμε καινούργια, ανεπανόρθωτα λάθη στα παλαιά. Γιατί στην τμηματική εφαρμογή του αρχικού σχεδίου, με τον καιρό, δεν θα βαδίζαμε στην τύχη. Θα βαδίζαμε επάνω σ’ ένα αρχιτεκτονικό πρόγραμμα. Και, σιγά-σιγά, χωρίς καινούργια λάθη, θα φτάναμε κάποτε στην τελειωτική εφαρμογή του σχεδίου. Έτσι γίνεται παντού σ’ αυτά τα ζητήματα.
Και, όπως πολύ ορθά παρατήρησε σ’ ένα άρθρο του, σχετικό, ο πρώην Υπουργός κ. Αργυρόπουλος, το περίφημο σχέδιο του Ωσμάν για το Παρίσι εξακολουθεί να εφαρμόζεται ακόμα. […]
Ο κ. Μώσσον, ωστόσο, (το πέρασμα του οποίου από την Πόλη μας και οι επιστολές του, που δημοσιεύτηκαν στην εφημερίδα “Εστία”, για το αρχιτεκτονικό κατάντημα της Αθήνας, ξαναφέρνουν στην επιφάνεια το μεγάλο ζήτημα: κάτω απ’ τον Παρθενώνα εξακολουθεί να χτίζεται γοργά μια Πόλη χωρίς σχέδιο, χωρίς ρυθμό, χωρίς αρχιτεκτονική παράδοση, μια Πόλη “ροκοκό”) διαλαλώντας τον πόνο του για το κατάντημα της Αθήνας, κάνει την παρατήρηση πως είναι ακόμη καιρός να σωθή ό,τι δεν καταστράφηκε ανεπανόρθωτα ως τώρα.
Αρκεί να μην εξακολουθήσει η ίδια ταχτική. Αρκεί από εδώ κι εμπρός ν’ αποφασίσουμε να βαδίσουμε απάνω σ’ ένα σχέδιο. Γιατί ακόμα, φαίνεται, δεν επήραμε την απλή και λογική αυτή απόφαση. […]
Η δυστυχισμένη Πόλη, απροστάτευτη από κάθε νόμο και κάθε φροντίδα, έχει παραδοθή στα κέφια και τα συμφέροντα λίγων ανθρώπων και λίγων ομάδων. Και η καταστροφή προχωρεί.
Αλλά το μεγάλο αυτό, σύνθετο έγκλημα κατά της “τιμωτάτης πασών” Πόλης δεν μπορεί να εξακολουθήση, χωρίς μια κολοσσιαία ευθύνη της γενιάς μας απέναντι των γενιών που θαρθούν κατόπι μας για να μας ρωτήσουν: “Τι την κάνατε την Αθήνα μας;”
Και δεν υπάρχει άλλος τρόπος σωτηρίας από το να αναλάβουν οι Αθηναίοι να σώσουν την Αθήνα. Όσο είναι καιρός ακόμα. Αύριο θα είναι πολύ αργά, ανεπανόρθωτα αργά”.
Κώστας Π. Παντελόγλου