Όσα θα καταχωρήσω σήμερα στον “Κόσμο της Ν. Φιλαδέλφειας έχει σημειώσει ο Βασίλης Αγγελικόπουλος στο “Διαβάζω” (Τεύχος 30, Απρίλιος 1980), για το βιβλίο που κυκλοφόρησε με τον παραπάνω τίτλο και εισαγωγή-παρουσίαση-σχόλια και σημειώσεις του Ε.Ν. Μόσχου – ας τα διαβάσουμε:
“Δεκαοχτώ χρονών ήταν ο Μάριος Βαϊάνος όταν –το 1923– γνώρισε βαθύτερα την ποίηση του Καβάφη μέσω της γνωστής μελέτης του Τέλλου Άγρα. Ενθουσιάστηκε. Και όπως συνήθως κάνουν –ή πάντως νοιώθουν την ανάγκη να κάνουν– οι νέοι αυτής της ηλικίας όταν ενθουσιάζονται, έκατσε αμέσως και έγραψε στο ίνδαλμά του στην Αλεξάνδρεια, ενώ παράλληλα ξιφούλκησε στον λογοτεχνικό κόσμο της Αθήνας υπερασπίζοντας το έργο του μεγάλου Αλεξανδρινού (άγνωστο τότε ακόμη και στους λογοτεχνικούς κύκλους) και διαδίδοντάς το με πάθος.
Ο Καβάφης του απάντησε αμέσως. Η αλληλογραφία τους, από την πλευρά του Καβάφη τουλάχιστον, περιορίστηκε – θεματολογικά – στα τυπικά για γνωστούς και κοινούς φίλους, και κυρίως σε σχόλια για τις διάφορες δημοσιεύσεις και γνώμες σχετικά με το έργο του. Η αλληλογραφία κράτησε ως το 1931 και είχε σταματήσει (χωρίς κανένα ιδιαίτερο λόγο· άλλωστε δεν ήταν παρά μια από τις συνηθισμένες επαφές των λογοτεχνών με θαυμαστές και φίλους του έργου τους) όταν ο ποιητής ήρθε άρρωστος το 1932 στην Αθήνα, ένα χρόνο πριν το θάνατό του.
Τότε πρωτογνωρίστηκαν με τον Μάριο Βαϊάνο, ο οποίος –όπως προκύπτει από προσωπικές σημειώσεις του– μάλλον απογοητεύθηκε από την κάποια ψυχρότητα της υποδοχής που του έκανε στο ξενοδοχείο του ο άρρωστος και καταβεβλημένος ποιητής. Συναντήθηκαν άλλη μια φορά, και δεν ξαναειδώθηκαν.
Τις περισσότερες από τις επιστολές του Καβάφη στον Μάριο Βαϊάνο, από το 1923 ως το 1931, παρουσιάζει τώρα σ’ έναν τόμο, μετά τον θάνατο του Μάριου Βαϊάνου το 1975, ο Ε.Ν. Μόσχος, με τίτλο “Κ.Π. Καβάφη, επιστολές στον Μάριο Βαϊάνο” (Εκδόσεις Εστία).
Όσο κι αν είναι τυπικές, σύντομες και στεγνές, μερικές φορές, οι 43 αυτές επιστολές δεν παύουν να είναι πολύτιμες όχι μόνο για τους μελετητές του έργου του Κ.Π. Καβάφη, αλλά και για την ατμόσφαιρα της εποχής που προσδιορίζουν.
Ο Ε.Ν. Μόσχος έχει κάνει μια πολύ χρήσιμη και άκρως φιλότιμη εργασία: εκτός από την πολυσέλιδη ενημερωτική εισαγωγή του παραθέτει και πλούσιο σε πληροφορίες σχολιασμό κάθε μιας επιστολής και ταυτόχρονα συγκεντρώνει και εντάσσει στην εργασία του τα αναγκαία για την κατανόηση των επιστολών άρθρα, μικρά μελετήματα και κάθε είδους δημοσιεύματα στα οποία αναφέρεται ο Καβάφης γράφοντας στον Μάριο Βαϊάνο.
Έτσι, όχι μόνον φωτίζονται όλα τα σημεία των επιστολών, αλλά διασώζονται δυσεύρετα σήμερα δημοσιεύματα και, επιπλέον, γίνεται ακόμη πιο ξεκάθαρη η εικόνα της εποχής. Στα θετικά της έκδοσης η ενδιαφέρουσα και σπάνια μερικές φορές εικονογράφηση και το “ευρετήριο”, που είναι ταυτόχρονα και ευρετήριο εντύπων της περιόδου εκείνης”.
Κώστας Π. Παντελόγλου