Η περίπτωση των πόλεων της μεταναγεννησιακής Ευρώπης και εκείνη της πόλης των Αθηνών .1
Η κατάσταση των Αθηνών, τα του χαρακτήρα της πόλης, ρυθμίσεις σε αυτή για επίτευξη επιδιωκομένων, καθώς και έργα σχετικά, απασχόλησαν από την Ανεξαρτησία (1830) τον κόσμο της επιστήμης, τον πνευματικό κόσμο γενικότερα, αλλά και εκείνον της πολιτικής, του δημόσιου βίου ευρύτερα.
Απασχόλησαν φυσικά και τα χρόνια του ’60, οι αφορμές κάθε άλλο παρά λίγες: μία απ’ αυτές και η επιδίωξη εμφύτευσης κτισμάτων και χώρων για φιλοξενία κοινωνικών δραστηριοτήτων και πνευματικών λειτουργιών, ενός πυκνού συμφύρματος 11 ογκωδών κτισμάτων μετά υπογείου σταθμού αυτοκινήτων 1300 θέσεων στην Αθήνα, σε γήπεδο 90 στρεμάτων απελευθερούμενο από στρατιωτικές εγκαταστάσεις και εκτεινόμενο από τη Λέσχη Αξιωματικών ως το Χίλτον, το οποίο και κατονομάστηκε ως πνευματικό κέντρο της πόλης των Αθηνών.
Το γεγονός αυτό υπήρξε η αιτία μιας πολύ ενδιαφέρουσας παρέμβασης διακεκριμένου αρχιτέκτονα-πολεοδόμου και εκλεκτού Έλληνα. Εκείνος, πληροφορώντας καταρχήν περί του πώς ανεφύη και διέδραμε το σχετικό ζήτημα και προτάσσοντας δημοσιευθέν επεξηγηματικό κι αιτιολογικό άρθρο του μελετητή του κτιριολογικού συμφύρματος υπό την ονομασία “πνευματικό κέντρο”, προχώρησε σε διεξοδικές κρίσεις επί των προτεινομένων. Ξεκινούσε από προχωρημένη ιδεολογικοπολιτική αφετηρία και στηριζόταν σε γνώση πολεοδομική αρχιτεκτονική ιστορική και κοινωνική διατρέχουσα τους αιώνες αλλά και σε εμπειρία της μεταναγεννησιακής Ευρώπης και του Κόσμο ολόκληρου μέχρι την σύγχρονη εποχή και φυσικά της πόλης των Αθηνών από τους αρχαίους χρόνους. Προσδιόρισε τις κύριες γραμμές του ζητήματος, εξέτασε διάφορες από τις μορφές του, την βαθύτερη κοινωνική και πνευματική ερμηνεία του, τις επιπτώσεις του στα φαινόμενα της πόλης των Αθηνών και του Ελληνικού χώρου. Βάθρο των διεξοδικών κρίσεών του το ότι “η πολεοδομική επιστήμη στηρίζεται στην ιστορική και κοινωνική ανάλυση του κοινωνικού χώρου”.
“Ποια κοινωνία και ποια εποχή θέλει να συμβολίσει και να σφραγίσει ο μελετητής;”, αναρωτιέται στις διεξοδικές κρίσεις του ο διακεκριμένος αρχιτέκτων-πολεοδόμος και εκλεκτός Έλληνας και συνεχίζει: “Χρειάζεται μεγάλη αφέλεια για έναν πολεοδόμο για να κάνει αφαίρεση των συνθηκών της κοινωνίας και της πόλης που θέλει να συμβολίσει. Η Ελλάδα βρίσκεται σε πλήρη πολεοδομική εξάρθρωση με βαθύτερη αποσύνθεση των ιστών της σ’ όλη την χώρα -χωρίς οικονομικό και τεχνικό εξοπλισμό- με μια Πρωτεύουσα που η αθλιεστάτη κατασκευή της δημιουργεί προβλήματα άλυτα, στον Δήμο και στις Κυβερνήσεις. … η άμορφη αυτή Πρωτεύουσα της υπανάπτυξης και της παρακμής χρειάζεται πρώτα μια ουσιαστική αναγέννηση. Μόνο οι δικτατορίες βιάζονται να προτάσσουν μεγαλοφυείς συνθέσεις έξω από κάθε κοινωνική πραγματικότητα”.
Από τις διεξοδικές αυτές κρίσεις του διακεκριμένου αρχιτέκτονος-πολεοδόμου και εκλεκτού Έλληνα είναι και τα όσα ακολουθούν – τα απέσπασα από αυτές διότι τα θεωρώ διαρκούς ισχύος και επικαιρότητας και χρήσιμα φυσικά στους προβληματιζόμενους για τα της πόλης των Αθηνών, αλλά και άλλων Ελληνικών πόλεων οι οποίες ή παρουσιάζουν ήδη τα ίδια συμπτώματα ή οδεύουν προς Αθηναϊκές εξελίξεις:
“… ολόκληρη η ιστορία των πόλεων είναι ιστορία κατά πρώτον ιδεών, θεσμών, κοινωνικών σχέσεων και μετά κτιρίων.
Ιδιαίτερα ο Ελληνικός πολιτισμός είναι πολιτισμός μεγάλων συλλογισμών, μεγάλης επεξεργασίας, μεγάλων συμβόλων πνευματικών αξιών.
Κατά κάποιο τρόπο, άυλος και κοινωνικός μαζί.
Αυτό είναι το θαύμα του και σ’ αυτό οφείλει την διατήρησή του μέσα από τους αιώνες σαν ακέραιης αξίας.
Ένας βωμός πρώτα ή ένα πρυτανείο ήταν αρκετά για μια πνευματική εργασία που έτεινε να συνενώσει ηθικοπνευματικά ιδανικά και οργάνωση της πολιτείας.
Ο Άρειος Πάγος ήταν ένας βράχος γυμνός, μια πυκνότητα όμως πνεύματος τον σκεπάζει με αίγλη που κανένα κτίριο δε θα μπορούσε να συναγωνιστεί· μια μητρόπολη φωτός τον καλύπτει όπως και την Πνύκα, όπως και την Ακρόπολη.
Από τις αρχές αυτές εμπνέεται εν μέρει ο Μεσαίων και περισσότερο η Αναγέννηση, ο ουμανιστικός 18ος-19ος αιώνας και η αληθινή πολεοδομική αντίληψη της εποχής μας.
Δηλαδή ο πολιτισμός αυτός είναι τέτοιος που αποφεύγει τα υπερβολικά, τα μη αναγκαία, τα άκρως επιβλητικά κτίσματα. Στερεώνει θεσμούς με κανόνα για την υλική τους έκφραση το διάστημα, την ενότητα του χώρου, το μέτρο, την αναλογία.
Εξ άλλου όλος ο τότε πολιτισμός διάχυτος στην αρχαία Αθήνα και Ελλάδα ήταν πολιτισμός χώρων, ορίζοντος, φύσης. …
ο
Στις πλατείες, στις πομπές, στις ιερές γιορτές και τα συνέδρια, μουσικές και θεατρικές τελετές γίνονται με βαθύτερα νοήματα βαθειάς πίστης, κατάνυξης και κοινωνικής λύτρωσης.
Οι χώροι της σωματικής και πνευματικής αγωγής, τα εντευκτήρια των φιλοσόφων, αργότερα τα μοναστήρια, οι βιβλιοθήκες, τέλος στις σκληρές μέρες, τα κρυφά σχολειά. Ένα κρυφό σχολειό ήταν τόπος πνευματικής αγωγής ευρυτάτης, άσχετα με το ευτελές οικοδόμημα που το κάλυπτε.
Αν ανατρέξουμε σε άλλες ιστορικές εποχές και γεωγραφικές θέσεις, ο Μεσαίων και η Αναγέννηση παρουσιάζουν την πλατεία και το δημαρχείο σαν κέντρα κοινωνικά, αλλά τα πνευματικά κέντρα παραμένουν ταπεινά, ήρεμα, αφανή· βιβλιοθήκες, εργαστήρια αλχημείας, παρατηρητήρια αστρονόμων και μαθηματικών, και πάλι τα μοναστήρια ή τα τυπογραφεία και τα μελετητήρια, τα σπουδαστήρια για τις επιστήμες και τις τέχνες. Μέσα στις συντεχνίες, στα εργαστήριά τους και τα σπίτια του λαού και στους πύργους της ανεξαρτησίας (beffroi).
Αργότερα πνευματικά κέντρα είναι τα πανεπιστήμια και η επίδρασή τους στην ανάπτυξη των κοινωνικών και επιστημονικών ιδεών και των τεχνών είναι μεγάλη.
Στην ιστορική εξέλιξη των κοινωνιών και των πόλεων είναι δύσκολο να ξεχωρίσει κανείς σε συνοπτικές εκθέσεις σαν την παρούσα τον ακριβή χώρο της κοινωνικής αλήθειας, του “κοινωνισμού” που θα λέγαμε.
Άσχετα προς την τυπική μορφή, η κοινωνική δραστηριότητα είναι πάντοτε μετέχουσα και η πνευματική επεξεργασία πάντοτε -ενεργητική ή λανθάνουσα- ενυπάρχει· γι’ αυτό οι δημόσιες πλατείες σαν πολιτική αγορά, πλατείες εκκλησιών ή δημαρχείων, δημοσίων κτιρίων ή ανακτόρων, υπήρξαν ένας από τους σημαντικούς ιστορικούς χώρους των πόλεων.
Όλη η μεταναγεννησιακή Ευρώπης διατήρησε και αύξησε αυτούς τους χώρους των οποίων όμως συχνά αλλάζει ο λειτουργικός ρόλος και χαρακτήρας. …”
Τελειώνει στο σημείο αυτό το πρώτο μέρος του γραφτού με το θέμα του τίτλου – αύριο θα καταχωρήσω το δεύτερο μέρος πάλι εδώ, στον “Κόσμο της Ν. Φιλαδέλφειας”.
Κώστας Π. Παντελόγλου