Έχει θαρρώ την θέση του και στον «Κόσμο της Ν. Φιλαδέλφειας» ένα παλαιό κείμενο του Γρηγορίου Ξενόπουλου. Θέμα του η σχέση της Ελλάδος με την Ευρώπη, αλλά και της Ευρώπης με την Ελλάδα – ένα θέμα πάντοτε επίκαιρο, θέμα και των ημερών μας. Πρώτη δημοσίευση του κειμένου αυτού τους Γρηγορίου Ξενόπουλου στις 29 Νοεμβρίου 1915 στο περιοδικό «Ελλάς» (αναδημοσίευσή του στο περιοδικό «Νέα Εστία» το έτος 1956). Το καταχωρώ αμέσως πιο κάτω:
«Ὁ ἐν Ἀθήναις ἀντιπρόσωπος τῆς ἀγαπητῆς μας Γαλλίας, ὁ ἐξοχώτατος κύριος Γκυγμέν, μᾶς ὑπενθύμισε τελευταίως ὅτι χρεωστοῦμεν εἰς τὴν Εὐρώπην – καὶ φυσικὰ εἰς τὸ τμῆμα ἐκεῖνο τῆς Εὐρώπης, τὸ ὁποῖον ἀποτελεῖ τὴν ἀγαπητήν μας Ἀντὰντ –τὴν ἐλευθερίαν μας, τὸν πολιτισμόν μας καὶ τὴν εὐημερίαν μας. Μὲ ἄλλους λόγους, ὅτι μᾶς βαρύνει ἕνα χρέος, τὸ ὁποῖον πρέπει νὰ ἐξοφλήσωμεν μὲ κάθε τρόπον.
Μερικοὶ τώρα ἀμφισβήτησαν, ὄχι τὸ χρέος, ἀλλὰ τὸ γεγονὸς τῆς εὐεργεσίας. Ἰσχυρίσθησαν δηλαδή, ὅτι αἱ Προστάτιδες Δυνάμεις δὲν μᾶς ἐχάρισαν οὔτε ἐλευθερίαν, οὔτε πολιτισμόν, οὔτε εὐημερίαν.
Ἡμεῖς δὲν θὰ κάμωμεν τὸ ἴδιον. Θὰ παραδεχθῶμεν, τὸ ὁποῖον ἴσως εἶναι καὶ ἡ μόνη ἀλήθεια – ὅτι χωρὶς τὴν ὑποστήριξιν τῆς Γαλλίας, τῆς Ρωσσίας καὶ τῆς Ἀγγλίας, οὐδέποτε θὰ ἐλευθερώνετο τὸ μικρὸν τοῦτο τμῆμα τοῦ Ἑλληνισμοῦ, μεθ’ ὅλους τους ἑπταετεῖς ἠρωϊκοὺς ἀγώνας του. Θὰ παραδεχθῶμεν ἀκόμη, ὅτι εἶναι κατ’ οὐσίαν πολιτισμὸς αἱ ἀνέσεις κι’ αἱ εὐκολίαι τοῦ βίου τὰς ὁποίας εἰσαγάγομεν ἀπὸ τὴν Εὐρώπην, καὶ ὅτι αὐταὶ αἱ ἀνέσεις κι’ αἱ εὐκολίαι, μαζὶ μὲ τὴν πολυτέλειαν, ἀποτελοῦν τὴν ἀληθινὴν εὐημερίαν. Ὂλ’ αὐτὰ τὰ ἔχομεν ἀπὸ τὴν Εὐρώπην, καὶ χάρις εἰς τὴν Εὐρώπην. Ἀπὸ τὸ Ἑλληνικὸν στέμμα, τὸ ἔμβλημα τῆς ἐλευθερίας μας καὶ τὸ ἔπαθλον τῶν ἀγώνων μας, μέχρι τοῦ τηλεφώνου καὶ τοῦ κινηματογράφου.
Ἀλλὰ τὸ ζήτημα εἶναι τὸ ἑξῆς: αἱ μεγάλαι αὐταὶ εὐεργεσίαι μᾶς καθιστοῦν ὑπόχρεους εἰς τὴν Εὐρώπην; Ή μήπως ἀποτελοῦν ἐξόφλησιν ἑνὸς χρέους παλαιοῦ, ἰδικοῦ της, καὶ μᾶς φέρουν ἴσα-ἴσα, κιττ; …
Οἱ ἴδιοι οἱ Εὐρωπαῖοι, ὁσάκις δὲν ὁμιλοῦν εἰς ἡμέρας ἀξιώσεων (ἐξιγκάνς), ἀποκλεισμῶν καὶ διωγμῶν ἐναντίον τῆς Ἑλλάδος, τὸ ὁμολογοῦν: Ἐξωφλήσαμεν, λέγουν, τὸ χρέος μας· ἀπεδώσαμεν εἰς τὴν Ἑλλάδαν τὰ τροφεῖα. Εἰς τὴν Ἑλλάδα, ἡ ὁποία μᾶς ἀπεβαρβάρωσεν, μᾶς ἐξεπολίτισε, μᾶς ἐφώτισε, μᾶς ἐδίδαξε, μᾶς ἔθρεψε μὲ τὰ γράμματά της καὶ μὲ τὰς τέχνας της. Καὶ ὄχι μόνον εἰς τὴν ἀρχαίαν, ἀλλὰ καὶ εἰς τὴν νεωτέραν, εἰς τὴν Ἑλλάδα τῶν Βυζαντινῶν, οἱ ὁποῖοι ἔφυγαν ἀπὸ τὴν Κωνσταντινούπολιν μετὰ τὴν Ἅλωσιν καὶ ἔφεραν εἰς τὴν Εὐρώπην τὴν Ἀναγέννησιν.
Κι’ ἐνθυμοῦμαι τώρα, ὅτι ὅταν ὁ Φαλμιέρ, ὁ διάσημος Γάλλος γλύπτης, κατηγορήθη ὅτι εἰς τὸ μνημεῖον τοῦ Βύρωνος, τὸ ἱδρυμένον εἰς τὸ πάρκον τοῦ Ζαππείου, παρέστησε τὴν Ἑλλάδα μὲ κενοὺς καὶ κατεβασμένους μαστοὺς ἐξηντλημένης βυζάστρας, ἀπελογήθη διὰ τῶν ἑξῆς: «– Καὶ πῶς ἠθέλατε νὰ παραστήσω Ἐκείνην ποῦ ἐβύζαξεν ὅλον τὸν Κόσμον; Ἤξευρα νὰ τῆς κάμω μαστοὺς Ἀφροδίτης ἢ Ἀρτέμιδος. Ἀλλά μου φαίνεται, ὅτι δὲν ἐταίριαζαν καθόλου εἰς τὴν Ἑλλάδα ἐκείνην ποὺ δέχεται τὴν λατρείαν τοῦ Βύρωνος».
Ὁ πολιτισμένος Κόσμος, ὁ ὁποῖος συνετέλεσε εἰς τὸ νὰ ἐλευθερωθῆ καὶ νὰ εὐημερήση ἡ κλασσικὴ γῆ, δὲν ἔκαμεν ἄλλο παρὰ νὰ περιθάλψη τὴν Μητέρα τοῦ πολιτισμοῦ του. Δὲν ἐνθυμοῦμαι πλέον ποῖος ἀπὸ τοὺς μεγάλους Φιλέλληνας εἶπεν: «Ὁ φιλελληνισμὸς εἶναι καθῆκον κάθε πολιτισμένου ἀνθρώπου, εἰς οἱονδήποτε Ἔθνος καὶ ἂν ἀνήκη».
Ἐκεῖνος ποὺ πληρώνεται ἀπὸ ἕναν ὀφειλέτην, λέγει πάντα ἕνα τυπικὸν εὐχαριστῶ. Κάποτε προσθέτει: «Μπά! Γιατί νὰ πειραχθῆτε, ἦταν τόση βία;…». Ἀλλὰ ποτὲ δὲν τοῦ πέρασε ἀπὸ τὸν νοῦν, ὅτι, ἐπειδὴ δὲν τοῦ χρεωστοῦν χρεωστεῖ τώρα αὐτός! Ἀπεναντίας κλείνει τὸν λογαριασμὸν καὶ ἡσυχάζει: «Καὶ εἰς ἄλλα μὲ ὑγείαν…».
Μόνον ἡ καλὴ Εὐρώπη θέλει νὰ πιστεύη καὶ προσπαθεῖ νὰ μᾶς κάμη νὰ τὸ πιστεύσωμεν, ὅτι ἐξοφλήσασα τὸ πρὸς τὴν Ἑλλάδα χρέος τὴν ἔκαμε χρεώστριαν. Δηλαδὴ ὁ κ. Γκυγμέν, ὁ Ἐξοχώτατος πρέσβυς τῆς Γαλλίας. Ἀλλὰ πότε λέγονται αὐτά, καὶ ἄλλα πολὺ χειρότερα τὸ εἴπομεν. Ἂς προσθέσω μέν, ὅτι δὲν πιστεύονται ποτέ, οὔτε ἀπὸ ἐκείνους ποὺ τὰ λέγουν…».