Το Δημοτικό Συμβούλιο της Δευτέρας 22/6 αποφάσισε την επανεκκίνηση της διαδικασίας επικαιροποίησης του από 11/6/2001 Προεδρικού Διατάγματος του Παραδοσιακού (Προσφυγικού) Οικισμού σύμφωνα με την υφιστάμενη Μελέτη Προσφυγικού Οικισμού και το Ν. 4269/14, περί “χωροταξικής και πολεοδομικής μεταρρύθμισης-βιώσιμης ανάπτυξης”.
Αν και τελευταία στιγμή απαλείφθηκε από την απόφαση η αναφορά στον Ν. 4269/14 με παρέμβαση της Δανάης Γκούμα, ο εισηγούμενος το θέμα ειδικός συνεργάτης του δημάρχου Κώστας Μπαρούτας ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι μπορεί κανείς να δει μισογεμάτο το ποτήρι σ’ ό,τι αφορά τον Ν. 4269/14· κι ακόμη ότι με το αίτημά του ο δήμος “θα τσιγκλήσει τις υπηρεσίες του ΥΠΑΠΕΝ”, έτσι ώστε να προχωρήσουν στις κανονιστικές αποφάσεις που προβλέπει ο νόμος και δεν έχουν εκδοθεί από τον περασμένο Ιούνιο.
Ας δούμε, όμως, εφόσον υπάρχει ακόμη σήμερα αυτή η κυβέρνηση, ένα μέρος της κριτικής σ’ αυτόν τον νόμο που έκανε πριν ένα χρόνο στη Βουλή η εισηγήτρια του ΣΥΡΙΖΑ Αφροδίτη Θεοπεφτάτου, που τυγχάνει εξίσου πολιτικός μηχανικός με τον Κώστα Μπαρούτα:
“Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, καλούµαστε µε τη διαδικασία του κατεπείγοντος να συζητήσουµε σήµερα για τη χωροταξική και πολεοδοµική µεταρρύθµιση και τη βιώσιµη ανάπτυξη.
Όντως τα τελευταία τριάµισι χρόνια η Βουλή νοµοθετεί κατ’ επιταγήν των δανειστών µας, σύµφωνα µε τους οποίους η µία από τις τρεις βασικές δεσµεύσεις είναι η εκποίηση της δηµόσιας και της ιδιωτικής γης, µιας και η γη δεν αντιµετωπίζεται σαν αγαθό, αλλά σαν αντικείµενο που πουλιέται, αγοράζεται και φυσικά χτίζεται. Αυτό που δεν µπορούµε να µην αναγνωρίσουµε σε αυτό το νοµοσχέδιο είναι η συνέπεια προς τις συγκεκριµένες µνηµονιακές επιταγές.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο τους τελευταίους µήνες έχει αλλάξει ριζικά το τοπίο χωρικής πολιτικής µε ένα πλήθος νόµων και διατάξεων, που θέτουν νέα δεδοµένα για την ανάπτυξη της δηµόσιας περιουσίας.
Ο εφαρµοστικός νόµος που µας κληροδότησε τα Ειδικά Χωρικά Σχέδια για τα Δηµόσια Ακίνητα, τα ΕΣΧΑΔΑ, ο σχετικός νόµος για τα Ειδικά Χωρικά Σχέδια για τον Στρατηγικό Επενδυτή, τα ΕΣΧΑΣΕ, ο αναπτυξιακός νόµος, ο νόµος για τα τουριστικά ακίνητα έχουν τον ίδιο κοινό στόχο:
Το οικονοµικό αντικείµενο να προσδιορίζει την ταχύτητα και την ευκολία αδειοδότησης και την ασφάλεια της επένδυσης.
Με τα όσα προβλήματα, οι τοπικές κοινωνίες είχαν κατακτήσει για τη γη τους όρους και περιορισμούς στη δόμηση που προέκυψαν από επιστημονικές μελέτες, λαμβάνοντας υπ’ όψιν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της κάθε περιοχής, τους αναπτυξιακούς της στόχους, την κοινωνική συνοχή και τη φροντίδα των προστατευτέων περιοχών.
Είναι αλήθεια ότι αυτό επιτεύχθηκε ή όχι ανάλογα µε την πολιτική βούληση των τοπικών και των κεντρικών αρχών. Είναι επίσης αλήθεια ότι δεν υπήρξε ανάλογη πολιτική γης παρά µόνο αποσπασµατικά, γιατί είχε υποκατασταθεί και την προλάβαινε πάντα η ιδιωτική πρωτοβουλία.
Επίσης, στις περισσότερες περιπτώσεις τον σχεδιασµό δεν ακολούθησαν τα κατάλληλα υποστηρικτικά προγράµµατα, ώστε να υλοποιηθούν αυτά τα σχέδια και να γίνουν κτήµα της κοινωνίας.
Είναι επίσης αλήθεια ότι οι ορεινοί όγκοι, τα δασικά οικοσυστήµατα, οι αρχαιολογικοί χώροι αντί να αντιµετωπιστούν σαν δηµόσιος πλούτος και να αξιοποιηθούν κατάλληλα, λειτούργησαν πολλές φορές σαν εµπόδιο για κάποιον επενδυτή, αν συνυπολογίσουµε και τη χρόνια έλλειψη του Εθνικού Κτηµατολογίου, των χρήσεων γης, των δασικών χαρτών και τις γραφειοκρατικές αγκυλώσεις της δηµόσιας διοίκησης.
Ας αφήσουµε το γεγονός ότι αυτοί που επέδειξαν κάποιου είδους ευαισθησίες χλευάζονται και αντιµετωπίζονται ως γραφικοί.
Αναγνωρίζοντας, λοιπόν, τις ανάγκες για ανάλογες µεταρρυθµίσεις, τι έχουµε σήµερα; Ένα νοµοσχέδιο που δεν λαµβάνει υπ’ όψιν τις συνθήκες της οικονοµικής και ανθρωπιστικής κρίσης, την κρίση του κατασκευαστικού τοµέα, τους νεοάστεγους, την περιβαλλοντική υποβάθµιση, δεν λαµβάνει υπ’ όψιν τις επιστηµονικές µελέτες, τις ζώνες παραγωγικών δραστηριοτήτων, αλλά µπορούν να αλλάζουν τα πάντα µε απόφαση Υπουργού ή Γενικού Γραµµατέα της Αποκεντρωµένης Διοίκησης.
Η αυθαιρεσία επιβραβεύεται στο παρελθόν, το παρόν και το µέλλον. Αχρηστεύεται ο ρόλος της αυτοδιοίκησης και βαθαίνει, λοιπόν, χωρίς προσχήµατα το πελατειακό κράτος Υπουργών, διευθυντών, διορισµένων περιφερειαρχών, όµηρων ή συνεργών πολιτικών πιέσεων και καταργεί κάθε έννοια συµµετοχικής διαδικασίας στη λήψη των αποφάσεων για τις επιλογές της κοινωνίας.
Στο άρθρο 5 γίνεται αναφορά για προώθηση µέσω των Ειδικών Χωροταξικών Πλαισίων Προγραµµάτων σχεδίων και έργων µείζονος σηµασίας. Γιατί αυτή η σηµασία δεν µπορεί να υποδειχθεί από τα Περιφερειακά Χωροταξικά, που είναι το αµέσως επόµενο επίπεδο και στα οποία συµµετέχει και η περιφέρεια;
Τα Ειδικά Χωρικά Πλαίσια είναι πολιτική της κεντρικής διοίκησης, ΥΠΕΚΑ, συναρµόδια Υπουργεία, οργανισµοί και αόριστες επιτελικές επιτροπές. Από εκεί που µέχρι σήµερα στην όποια µορφή τους ειδικά πλαίσια τοµέων, όπως λόγου χάριν του τουρισµού, εγκρίνονταν στη Βουλή, τώρα, µαζί µε µια κατάλληλη περιβαλλοντική µελέτη, εγκρίνονται ωραιότατα µε µια απλή κοινή υπουργική απόφαση. Η Εκτελεστική Επιτροπή του Εθνικού Συµβουλίου Χωροταξίας παίζει απλώς γνωµοδοτικό ρόλο αν και εφόσον τη ρωτήσει ο Υπουργός ΠΕΚΑ. Αλλά και αν δεν διατυπώσει εντός µηνός γνώµη, δεν εµποδίζεται η πρόοδος της διαδικασίας.
Το άλλο είναι ότι ενώ αναθεωρούνται ανά πενταετία αυτά τα σχέδια, οι εκθέσεις αξιολόγησης συντάσσονται επίσης ανά πενταετία και όχι νωρίτερα. Αναθεωρούνται, τροποποιούνται, αλλάζουν κ.λπ., πάντα και µόνο µε κοινές υπουργικές αποφάσεις. Τέρµα ο κοινοβουλευτικός έλεγχος. Τα Ειδικά Πλαίσια εγκρίνονταν τουλάχιστον από συντονιστική επιτροπή επτά Υπουργείων και περνούσαν από τη Βουλή.
Το άλλο είναι ότι µε τα Ειδικά Χωρικά Σχέδια µπορούν να τροποποιούνται προγενέστερα Τοπικά Χωρικά Σχέδια που δεν εξυπηρετούν από πλευράς χρήσεων όρων και περιορισµών δόµησης, οµοίως και τυχόν εγκεκριµένες ζώνες οικιστικού ελέγχου. Κατισχύουν, δηλαδή, όλων, ενώ είναι εξίσου προεδρικά διατάγµατα µε τα προεδρικά διατάγµατα των Τοπικών Χωρικών Σχεδίων.
Βέβαια, δεν ισχύει το αντίστροφο. Ο νοµοθέτης προσδιορίζει ρητά ότι οι ρυθµίσεις των Ειδικών Χωρικών είναι δεσµευτικές για όλα τα εκπονούµενα Τοπικά Χωρικά καθώς και για κάθε ένταξη των περιοχών που καλύπτονται από Ειδικά Χωρικά σε Σχέδιο Πόλεως.
Μόνο κατ’ εξαίρεσιν µπορούν να γίνουν ανεκτές τροποποιήσεις των Ειδικών Χωρικών από τα Τοπικά Χωρικά. Οι προδιαγραφές για την εκπόνηση των Ειδικών Χωρικών δεν θα καθοριστούν από τον Υπουργό ΠΕΚΑ υποχρεωτικά. Μπορεί να καθοριστούν, µπορεί όµως και όχι.
Το ανήκουστο, επίσης, είναι ότι τίθενται διά νόµου ανώτατοι συντελεστές δόµησης για πράγµατα που θα προκύψουν από µελέτη και θα θεσµοθετηθούν µε προεδρικά διατάγµατα. Δηλαδή, για κατηγορίες χρήσεων κατοικίας, τουρισµού, δεύτερης κατοικίας, κοινής ωφέλειας και πολεοδοµικού κέντρου και για τα Τοπικά και για τα Ειδικά, ενώ αφήνει εκτός τις παραγωγικές και επιχειρηµατικές δραστηριότητες των µεγάλων αναπτύξεων. Γιατί άλλο το σύνθετο τουριστικό κατάλυµα που µπορεί να έχει τον όποιο µέγιστο συντελεστή θέλει και άλλο η απλή χρήση τουρισµού, που θα έχει συντελεστή 0,60, δηλαδή 60%.
Χωρίς να υπάρχει σύνδεση µεταξύ των διαφόρων επιπέδων σχεδιασµού, λοιπόν, κατισχύουν τα Ειδικά Χωρικά Σχέδια, που είναι το κατώτερο επίπεδο σχεδιασµού µε ένα µόνο κριτήριο: το οικονοµικό και επενδυτικό µέγεθος.
Με αυτό το νοµοσχέδιο ξεκινάνε, επίσης, προτάσεις που ήταν ώριµες σκέψεις δεκαετιών. Θα µπορούσαµε να τις προσανατολίσουµε σε πολύ θετική κατεύθυνση. Όµως, ο τρόπος µε τον οποίο γίνεται, µε την απογύµνωση των δηµοσίων υπηρεσιών, µε την έλλειψη εξοπλισµού των υπηρεσιών και µε το έλλειµα χρηµατοδότησης των δηµοτικών υπηρεσιών, πραγµατικά αµφιβάλλουµε εάν θα µπορέσει και αυτό να προχωρήσει και δεν θα µείνει µία ευχή.
Συγκεκριµένα, µε την παράγραφο 11 του άρθρου 11 εισάγεται η υποχρέωση των δήµων να αποστέλλουν σε ψηφιακό αρχείο το χρονοδιάγραµµα υλοποίησης των σχεδίων που έχουν αυτοί την αρµοδιότητα να εκπονούν, καθώς και να εγκαταστήσουν σύστηµα καταγραφής δηµογραφικών, οικονοµικών, αναπτυξιακών, κοινωνικών και άλλων δεδοµένων, που απαιτούνται για την ανάλυση της φυσιογνωµίας της περιοχής. Βεβαίως, εάν οι δήµοι µπορούσαν να συλλέξουν τόση πληροφορία και µάλιστα χωρίς καµµία προδιαγραφή για την ταξινόµησή της, τότε γιατί να τη στέλνουν στο ΥΠΕΚΑ και να µην έχουν αρµοδιότητα σχεδιασµού; Οι προδιαγραφές, βέβαια, γι’ αυτές τις καταγραφές θα βγουν πάλι µε άλλη απόφαση Υπουργού ΠΕΚΑ. […]
Ως προς τις θεσµικές γραµµές [το νομοσχέδιο προβλέπει] ότι για την επίλυση συγκρούσεων και επικαλύψεων των θεσµικών γραµµών µπορεί να εισηγείται η επιτροπή του δήµου προς τον Υπουργό ΠΕΚΑ και ο Υπουργός ΠΕΚΑ να αποφασίζει σχετικά. Εδώ έχω ορισµένες απορίες. Μπορεί αυτή η θεσµική αλληλοεπικάλυψη να είναι αντικείµενο δικαστηρίων για την επίλυσή της, να είναι αντικείµενο τροποποιήσεων σχεδίου, που χρειάζεται προεδρικό διάταγµα, να είναι τροποποίηση ορίων οικισµού, που απαιτείται απόφαση περιφερειάρχη, να είναι τροποποίηση χάραξης αιγιαλού και παραλίας που είναι απόφαση του Υπουργού Οικονοµικών, κ.λπ.;
Βέβαια, λέτε ότι µετά θα βγει πάλι απόφαση Υπουργού, που θα προσδιορίζει αυτές τις αρµοδιότητες. Εάν µπορεί να λύνει αυτά τα προβλήµατα µόνο ο Υπουργός ΠΕΚΑ, δεν µπορώ να φανταστώ πώς θα ανατρέψει και τη νοµοθεσία των άλλων Υπουργείων και δεν θα συντονίζεται µε αυτήν τη νοµοθεσία. […]
Ως προς τις χρήσεις γης, οι διατάξεις του παρόντος σχεδίου νόµου επιτρέπουν την υπέρβαση κανόνων χωρίς καµµία αιτιολογία και κυρίως χωρίς όριο. Καταργείται κάθε έννοια ιδιαιτερότητας και αντοχής του χώρου µε την αύξηση της δοµήσιµης επιφάνειας, χωρίς να ελέγχεται η επάρκεια σε κοινόχρηστους χώρους, χωρίς πρόβλεψη υποδοµών, αδιαφορώντας για την ποιότητα ζωής στις πόλεις και στους οικισµούς της χώρας.
Ύστερα από τα παραπάνω είναι αυτονόητο ότι καταψηφίζουµε από την πλευρά µας αυτό το νοµοσχέδιο”.
π.