Καταχωρώ σήμερα στον Κόσμο της Ν. Φιλαδέλφειας το δεύτερο μέρος του γραφτού με το θέμα του τίτλου.
“Δεν είναι δύσκολο να καταλάβουμε την ψυχολογική επίδραση (άσε τις άλλες συνέπειες) που μπορεί να ασκήσει στους νέους μια καινούργια αντίληψη για τα ουμανιστικά μαθήματα. Όλο και περισσότερο διαδίδεται στους νέους η εξαιρετικά ξώπετση ιδέα ότι η τέχνη, η λογοτεχνία, η ουμανιστική κουλτούρα, είναι απλώς ένα διακοσμητικό στοιχείο, ένα ευχάριστο συμπλήρωμα, μια ξεκούραση μετά τη δουλειά. Αυτές οι δραστηριότητες τοποθετούνται στη σφαίρα – πώς να το πούμε; – της ελεύθερης ερασιτεχνικής ενασχόλησης, των συμπληρωματικών κλίσεων ή, όπως λένε, των χόμπυ. “Εμείς οι μαθηματικοί – λέει ο σύντροφος Μαρκούσεβιτς – δεν θα μπορούμε να νοιώθουμε γεμάτη τη ζωή μας αν λείπει από τις επιστημονικές μας ενασχολήσεις το συμπλήρωμα του πάθους για τη μουσική, για τη λογοτεχνία, για τις εικαστικές τέχνες κλπ.”. Οι ίδιες οι λέξεις είναι χαρακτηριστικές: “συμπλήρωμα”, “πάθος”. Μα άλλοτε ο Αϊνστάιν μιλούσε αλλοιώς: “Στην επιστημονική σκέψη είναι πάντα παρόν κάποιο στοιχείο ποίησης. Η αληθινή σκέψη και η αληθινή μουσική απαιτούν ένα προτσές σκέψης του ίδιου τύπου”.
Στην αντίληψη ότι το ουμανιστικό έργο είναι ένα βοηθητικό στοιχείο της σοβαρής δραστηριότητας – της επιστημονικής ή της παραγωγικής – βρίσκεται, κατά τη γνώμη μας, η ρίζα του κακού. Εμείς θεωρούμε ότι είναι αναγκαίο να ξεκαθαριστεί σοβαρά η πραγματική σημασία των ουμανιστικών επιστημών και των τεχνών στη ζωή μιας σοσιαλιστικής κοινωνίας, ιδιαίτερα στο προτσές της διαμόρφωσης της προσωπικότητας στη διάρκεια της σχολικής ηλικίας.
Ο αιώνας μας δεν είναι για το λαό μας απλώς ο αιώνας του Ατόμου και της Κυβερνητικής. Πρώτα-πρώτα είναι ο αιώνας της κομμουνιστικής τάξης πραγμάτων, μ’ άλλα λόγια της διαπαιδαγώγησης της κομμουνιστικής προσωπικότητας. Από τον πνευματικό κόσμο του ανθρώπου θα εξαρτηθεί αν η χρησιμοποίηση του Ατόμου θα αποβεί προς το καλό ή προς το κακό. Μα ο πνευματικός κόσμος δε διαμορφώνεται μόνος του, διαπαιδαγωγείται. Προ πάντων στα χρόνια της νιότης, του σχολειού. Και διαπαιδαγωγείται ιδιαίτερα με τη λογοτεχνία, τη ζωγραφική, τη μουσική, την ιστορία, τη φιλοσοφία.
Μάλιστα, δεν είναι δυνατόν να αυξηθεί το σχολικό ωράριο. Στην πρόοδο των φυσικών επιστημών δεν επιτρέπεται βέβαια μια τάση για πιο αργούς ρυθμούς. Αντίθετα. Λοιπόν, μ’ αυτό το ρυθμό θα αυξηθεί και το σύνολο των γνώσεων που είναι αναγκαίες στον νέο. Να που ανακαλύπτεται μια “απλοϊκή διέξοδος”: να περιορίσουμε το χρόνο τον αφιερωμένο στα ουμανιστικά μαθήματα. Ωραία, τον περιορίζουμε. Κι έπειτα: Τον περιορίζουμε πιο πολύ. Μα ως ποιο σημείο; Πού είναι εκείνο το μίνιμουμ από όπου δεν είναι δυνατόν να υποχωρήσουμε; Ω, αυτό το μίνιμουμ ακριβώς δεν υπάρχει; Γύρω στα 1930, για να διευκολυνθεί η κυκλοφορία των αυτοκινήτων, έγινε πρόταση να γκρεμιστεί ο ναός του Αγίου Βασιλείου (ο περίφημος ναός με τους διαφόρων ρυθμών τρούλους που βρίσκεται στην Κόκκινη Πλατεία). Τέτοια ακριβώς είναι και η πρόταση που γίνεται για να λυθεί το πρόβλημα σήμερα, για να ανοιχτεί δηλαδή ο δρόμος στις τεχνικές επιστήμες. Δεν είναι ίσως η περίπτωση ν’ αναζητήσουμε κάποιον άλλο δρόμο;
Η ουμανιστική παιδεία δεν είναι λιγότερο περίπλοκη, ούτε λιγότερο δύσκολη από την τεχνική παιδεία. Το να τη μεταφέρουμε έξω από το σχολειό είναι, στην καλύτερη περίπτωση, μια αυτοκαταδίκη. Αν δεν αφιερωθούν στις ουμανιστικές επιστήμες ο χρόνος και τα μέσα που είναι αναγκαία, κι αν δεν έχει κανείς την ευθύνη να οδηγήσει τους νέους, δεν θα υπάρξει η εγγύηση ότι οι νέοι θα κάνουν δική τους την πολιτιστική κληρονομιά που η ανθρωπότητα επεξεργάστηκε μέσα στους αιώνες. Το σχολειό οφείλει να βάλει τις βάσεις για ένα αρμονικό όραμα του Κόσμου, να δώσει το πλαίσιο για τις επιστήμες και τις τέχνες, για τις θετικές και ουμανιστικές επιστήμες.
Μ’ αυτή την έννοια, τα μαθήματα που διαμορφώνουν την προσωπικότητα πρέπει να θεωρούνται πιο σπουδαία.
Ένα άλλο ζήτημα: είναι ανάγκη να γίνουν αποφασιστικές αλλαγές στον κύκλο των ουμανιστικών μαθημάτων, αλλαγές και στο πρόγραμμα και στη μέθοδο διδασκαλίας. Να ξεκαθαριστούν από το πνεύμα της ταξινόμησης και της μηχανικής εκμάθησης.
Η λογοτεχνία, η ιστορία, η τέχνη, βρίσκονται σήμερα στο σχολείο σε κατάσταση εγκατάλειψης.
Ιδού για ποιο πράγμα είναι ανάγκη να μιλάμε, ιδού ενάντια σε ποιο πράγμα οφείλουμε να αγωνιζόμαστε και όχι να κάνουμε βήματα προς τον περιορισμό του ωραρίου σπουδής … των (ουμανιστικών) μαθημάτων.
Οφείλουμε ωστόσο να συνεννοηθούμε πάνω σ’ ένα σημείο: το σχολειό της Μέσης Εκπαίδευσης είναι και παραμένει σχολειό γενικής μόρφωσης. Σε όλους – στους μελλοντικούς γεωπόνους, όπως και στους προγραμματιστές, στους μελλοντικούς μηχανικούς, όπως και στους δασκάλους – οφείλει αυτό το σχολειό να δίνει μια γενική βασική μόρφωση, και σ’ ένα επίπεδο που να βρίσκεται στο ύψος της εποχής μας: της εποχής οικοδόμησης του κομμουνισμού. Η ειδική μόρφωση πρέπει να δίνεται από τα ειδικά, Μέσα και Ανώτερα, Ιδρύματα.
Σ’ ένα Μαθηματικό Ινστιτούτο οι φοιτητές διάλεξαν τούτο το ρητό: “Θέλουμε να είμαστε όχι μόνο προγραμματιστές, αλλά και άνθρωποι”. Έχουν δίκιο. Αυτό είναι το νόημα του καιρού, του σοβιετικού μας καιρού”.
Μένει τώρα να σημειώσω πως όσα καταχώρησα σε δυο συνέχειες στον Κόσμο της Ν. Φιλαδέλφειας επί του θέματος έχουν δημοσιευτεί στην Επιθεώρηση Τέχνης και φέρουν την υπογραφή Ω.
Κώστας Π. Παντελόγλου