Όσα καταχωρώ σήμερα στον Κόσμο της Ν. Φιλαδέλφειας είναι απόσπασμα από ευρύτερο κείμενο που έχει περιληφθεί στα Ιστορικά της Ελευθεροτυπίας – ας διαβαστούν με προσοχή:
“Τόσο ο [Λαίλιος] Καρακάσης [Σμυρνιός μαέστρος και μεταφραστής 1885-1951], όσο και άλλες γραπτές πηγές αναφέρουν αρκετούς διάσημους μουσικούς και τραγουδιστές στη Σμύρνη του 19ου αιώνα. Ένας πολύ ξακουστός ήταν ο Ρουμανικής καταγωγής βιολιστής Γιοβανίκας ή Βλάχος, ειδικευμένος όπως λένε οι μαρτυρίες αυτές στις πατινάδες. Λέγεται ότι το γνωστό μέχρι σήμερα “Σμυρνιό μινόρε” ή “Μινόρε της αυγής” είναι δική του σύνθεση. Άλλοι διάσημοι μουσικοί που αναφέρονται είναι ο Κοκκινάκης, ο Λόλας, ο Μπενέτας, ο Κλεάνθης, ο Καδής. Ως συσηματικοί, όμως, “καλλιεργητές” του λαϊκού τραγουδιού αναφέρονται τα “Πολιτάκια”, όμιλος μουσικών, μια ορχήστρα σαν μαντολινάτα (τότε λεγόταν Εστουδιαντίνα), που είχε διευθυντή τον Βασίλειο Σιδερή, Κωνσταντινουπολίτη Φαναριώτη, ο οποίος πήγε στη Σμύρνη το 1898 με ένα συγκρότημα που το αποτελούσαν δύο φυσαρμόνικες, ένα μαντολίνο και μια κιθάρα. Ο Σιδερής σε μικρό χρονικό διάστημα κατάφερε να επιβληθεί στη Σμύρνη και να καθιερώσει αυτό που ονομάστηκε “Σμυρναϊκή Εστουδιαντίνα”. Η ορχήστρα του Σιδερή πρωτόπαιξε στο κέντρο “Γκρατς” και αργότερα στο κέντρο Κλωναρίδη. Το 1906 έκανε και περιοδεία στη Γαλλία και την Αγγλία, όπου μάλιστα έπαιξε και στις γιορτές για τη στέψη του βασιλιά Εδουάρδου.
Χάρη στα πολύτιμα “Λαογραφικά” του Δημήτρη Αρχιγένη ξέρουμε αρκετούς φημισμένους μουσικούς και τραγουδιστές της Σμύρνης πριν το 1922, που πολλοί απ’ αυτούς έγιναν δημοφιλείς αργότερα και στην Ελλάδα: ο Κώστας Καρίπης, ο Ογδοντάκης,ο Χρήστος Φυστιξής, ο Ζαχαρίας Κασιμάτης, ο Παναγιώτης Βαϊνδιρλής, ο Κώστας Νούρος, ο Στελλάκης Περπινιάδης, ο Τσανάκας κά.
“Παιχνιδιάτορες” λέγανε τους οργανοπαίχτες και “παιχνίδια” τα μουσικά γκρουπ, γράφει ο Αρχιγένης στο βιβλίο του Τα συνάφια της Σμύρνης: “… οι παιχνιδιατόροι κι οι τραγουδιστάδες είχανε οι πιότεροι το παρατσούκλι τους, σαν καλλιτεχνικό όνομα που μ’ αυτό ήταν γνωστοί. … από τις τραγουδίστριες: Η Αγγελάρα, μελαχροινή με μαύρα μαλλιά και κότσο. Ήταν χήρα. Κι άμα ήσερνε τα τούρκικα σαρκιά, όπως το αμάν Μεμό, οι Τούρκοι ηβγάζανε τα φέσια τους και τα πετούσανε στον αέρα. Η Γκιουζέλ Κατίνα, από την Σύρο, ομορφοκοπέλα ξανθιά. Ήταν δασκάλα του Κώστα Νούρου. Η Κιορ Κατίνα (κορ=αόμματος) την λέγανε έτσι γιατί ήταν αλλοίθωρη. Γνωστή και στην Αθήνα. Ακόμα η Ταχινένια η Δέσποινα Βουρλιώτισσα. Άμα ηφύανε οι Έλληνες απ’ τη Σμύρνη και ήμπανε οιΤούρκοι, ηπήανε στο σπίτι τση να την πιάσουνε. Κι εκείνη, που ήταν μοναχή τση, ήβγε στο παράθυρο με μπιστόλι και ητραβούσε στον αέρα για να τσοι φοβερίσει. Αυτοί όμως σπούνε την πόρτα, μπαίνουνε μέσα και την σκοτώνουνε…”.
Οι μουσικοί παίζανε σε κέντρα, προπαντός σε κείνα των ακριανών μαχαλάδων και των προαστίων της Σμύρνης. Αυτά ήταν μπυραρίες, ταβέρνες, μπακαλοταβέρνες και μαχαλάδες. […]
Εκτός από τα κέντρα, οι μουσικοί δούλευαν τότε και στα σπίτια πολλών νοικοκυραίων σε διάφορες γιορτές, γάμους, αρραβώνες, βαφτίσια κι άλλα γλέντια, κι ακόμη καλοί πελάτες τους ήταν και οι ερωτευμένοι τόσο της κατώτερης […] όσο και της μεσαίας τάξης […], που ήθελαν να κάνουν τη νύχτα ή τα ξημερώματα καντάδα (πατινάδα) έξω από το σπίτι του κοριτσιού που αγαπούσαν”.
Το κείμενο απ’ όπου απέσπασα όσα παραπάνω καταχώρησα, υπογράφει ο Γιώργος Ε. Παπαδάκης, μουσικοσυνθέτης-συγγραφέας και έχει τίτλο “Τα τραγούδια της Σμύρνης”.
Κώστας Π. Παντελόγλου