Την επιφυλλίδα υπογράφει ο Στάθης Δρομάζος, έχει τίτλο “Θανάτω θάνατον…” και είναι θαρρώ χαρακτηριστική του κλίματος που αντρωνόταν μια νέα αγωνιστική γενιά, αυτή του ’60 – κλίματος πνευματικής καλλιέργειας και υψηλού ήθους:
“Είναι ώρες που η ψυχή της Ανθρωπότητας αποζητάει να γίνει ένα με τις Μεγάλες Παρασκευές της. Είναι οι ώρες που αποζητάει να σφίξει στον ίδιο της τον κόρο την λήκυθο των δικών της δακρύων. Είναι οι ώρες που αποζητάει να βρει το νόημα της ζωής στο συγκλονιστικό τετέλεσται της ζωής της. […]
Ένα φανάρι ακουμπισμένo στο έδαφος σκορπάει το ασπροκίτρινο φως του στον συγκλονιστικό πίνακα του Γκόγια: “Ο τυφεκισμός”. Στα σκοτεινά βρίσκεται μακρυά ο βασιλικός πύργος κάπου Τολέδο. Αναρωτιέσαι τι ήθελε αυτό το φανάρι την ώρα εκείνη; Ήθελε να κάμει κόκκινα τα αίματα μέσα στο σκοτάδι; Ήθελε να δείξει τα άφοβα πρόσωπα των μελλοθανάτων; Ήθελε να φωτίση το άσπρο πουκάμισο του ήρωα που ανοίγει τα μπράτσα του να δεχτεί τις σφαίρες;
Ήθελε να δείξει πως το έγκλημα έγινε νύχτα. Το φανάρι του Γκόγια είναι η δειλία των εκτελεστών, είναι η μαρτυρία πως δεν έπρεπε να ιδεί το έργο τους το φως της ημέρας. Είναι ο φόβος μήπως ο ανατέλλων ήλιος φιλούσε το πρόσωπο του αδελφού του.
Αλλά είτε το φως ενός φαναριού είτε το φως των προβολέων φωτίζει τον “συνήθη τόπον”, την ώρα εκείνη η ψυχή της Ανθρωπότητας ζει την πιο υπέροχη στιγμή της. Μπροστά στο δίλημμα μιας ντροπιασμένης ζωής και του μηδενισμού του σώματος και της ψυχής διαλέγει το δεύτερο.
Ξέρει την ώρα εκείη η ψυχή, πως σε λίγο θα πάψει η καρδιά να χτυπάει για τους άλλους ανθρώπους, ξέρει πως η πίκρα του μισοτελειωμένου τραγουδιού είναι ασήκωτη, ξέρει πως σε λίγο το χρώμα των μενεξέδων θα σβήσει για πάντα, ξέρει πως οι μόνες χαρές, οι αυθεντικές χαρές, οι χαρές, οι χαρές της ζωής θα σβήσουν με τους ξηρούς ήχους του αποσπάσματος, υπό το φως των προβολέων του Γκόγια. […]
Όταν χρειάστηκε στην Αμερική να χτυπήσουν τις αναρχικές ιδέες στείλανε στην καρέκλα με την κατηγορία του ληστή τον Σάκκο και τον Βαντζέτι.
Κι όταν ο Χίτλερ χρειάστηκε ένα επιχείρημα για να συκοφαντήσει τον κομμουνισμό κατηγόρησε τον Δημητρώφ για … εμπρηστή (του Ράιχσταγκ)!
Αιώνες τώρα η κοινωνική αντίδραση μη μπορώντας να αντιμετωπίσει τις ιδέες των προοδευτικών ανθρώπων αντιμετώπιζε με τις σφαίρες τα δεμένα κορμιά τους. Αυτά τα κορμιά που με την δική τους στάχτη φύλαξαν άσβεστη την σπίθα της ανθρώπινης τιμής. Κι όταν η ψυχή της Ανθρωπότητας αναγυρίζει στο ποτάμι της ζωής της, έχει τις ώρες της εκείνες που αποζητά να γίνει ένα με τις Μεγάλες Παρασκευές της…
Άγιοι Σπάρτακοι που ανεβήκατε τον Γολγοθά της Αππίας οδού και ξεψυχήσατε πάνω στο ύψος του σταυρικού σας μαρτυρίου, βογγώντας τρεις μέρες και τρεις νύχτες, ελευθερόφρονες του Μεσαίωνα, που οι ιδέες σας γίνονται πυρκαϊές μέσα στην πυρά του σώματός σας, αξέχαστοι κομμουνάροι της Παρισινής εξέγερσης, θύματα της πλατείας των Χειμερινών Ανακτόρων, κρεμασμένοι της Καντώνας, Ισπανοί γκουερίλος που ξεψυχούσατε σε κάποιο τοίχο, ενώ ο Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα σάς απάγγελε τα τραγούδια του, Μάρτυρες του Σκοπευτηρίου της Καισαριανής και του “συνήθους τόπου”, η Ρωμέικη ψυχή σάς δίνει τώρα αναφορά εις στάσιν προσοχής. Αντιχαιρετίστε την.
Μανιάτικα μοιρολόγια σταματήστε. Σιγήστε πένθιμα εμβατήρια. Ναύτες του “Ααβόρα” και Ελασίτες μας, ακοίμητη συνείδηση του Έθνους, μην χαμηλώστε τις σημαίες σας μεσίστες, μόνο ολόρθα μπήξτε τα κοντάρια τους, στους τάφους των γενναίων, για να λένε στο πλατάγισμά τους το ασίγαστο τραγούδι της λευτεριάς!”.
Στις 31 Μαρτίου 1962 τούτη η επιφυλλίδα στην “Αυγή”, πλαισιωμένη με το σκίτσο του Πάμπλο Πικάσο “ΝΙΚΟΣ ΜΠΕΛΟΓΙΑΝΝΗΣ” και σημειωμένο από κάτω: ο λαός απαιτεί – γενική αμνηστία, κατάργηση των έκτακτων μέτρων, νομιμοποίηση του ΚΚΕ.
Ναι, την ώρα που μια γενιά κουβαλώντας -βάρος ασήκωτο- τα προηγηθέντα, άνοιγε το βήμα της με σημαία το 1-1-4 για να κατακτήσει τη Δημοκρατία στην Ελλάδα (και που φυσικά δε φανταζόταν ποτέ πως άκαπνοι αναθεωρητές, ανεμίζοντας σημαίες ΚΚΕ, απολαμβάνοντας όλα τα αγαθά της νομιμότητας, θα έριχναν τελικά στα σκουπίδια της ιστορίας, με απόφαση “συνδιάσκεψής” τους κατακαλόκαιρο του 2011, τις προσπάθειες και τους αγώνες μιας γενιάς, ως ένα ακόμα λάθος, εκπέμποντας ταυτοχρόνως και ένα πνεύμα σαφούς υποτίμησης της έννοιας της Δημοκρατίας, σε όλες τους τις αποφάσεις (και τις προγραμματικές), σε όλες τους τις ενέργειες – Αιδώς Αργείοι!).
Κώστας Π. Παντελόγλου