Image

Η Ελεύθερη Ελλάδα της Γερμανικής Κατοχής ως “προκαταβολή” της Λαϊκής Δημοκρατίας

karagiorgis

Όσα καταχωρώ σήμερα στον “Κόσμο της Ν. Φιλαδέλφειας” απέσπασα από ένα άρθρο του Κώστα Καραγιώργη, Διευθυντή του “Ριζοσπάστη”, δημοσιευμένο την 1 Αυγούστου 1945 – κι αυτό διότι φωτίζουν τα πολιτικά βήματα του λαού μας, και έχουν τη σημασία τους που δεν περιορίζεται στην απλή γνώση της ιστορίας…

Ας τα διαβάσουμε:

“[…] Προδομένη από τον πεμπτοφαλαγγιτισμό ή την ένοχη αδιαφορία ή το ταξικό πάθος της πλουτοκρατικής ολιγαρχίας η Χώρα σφάδαζε κάτω από την μπότα των τριών κατακτητών και των “Ελλήνων” οργάνων τους, που ήταν και οι χειρότεροι.

Ο ίδιος ο λαός ορθώθηκε για το έργο της λευτεριάς […] Διεκδικώντας με την ωπλισμένη του γροθιά, τους αντάρτες του, σπιθαμή προς σπιθαμή το μαρτυρικό χώμα από τους Ιταλούς και τους Γερμανούς, τους Βούλγαρους και τους “Έλληνες” προδότες, ο Ελληνικός λαός έχτιζε την Λαϊκή του Δημοκρατία.

Δεν είχε πολιτικό πρόγραμμα ούτε κρατική πείρα. Είχε όμως το πολιτικό του ένστικτο και την πικρή πείρα της ζωής εκατόν είκοσι χρόνων. Είχε δοκιμάσει την μοναρχική απολυταρχία. Την βασιλευομένη και την αβασίλευτη ψευτοδημοκρατία. Τα κινήματα και τα πραξικοπήματα. Την ψευτοκοινοβουλευτική διαφθορά και τους κοινοβουλευτικούς “μανδύες” και “εντολές” προς τους υποψήφιους δικτάτορες. Το ανήκουστο φασιστικό αίσχος της 4ης Αυγούστου. Τις κυβερνήσεις των Κουΐσλιγκς που ήταν […] συνέχεια της 4ης Αυγούστου…

Αυτό που έχτισε ο λαός κατά τα χρόνια της Κατοχής και στους πρώτους μήνες ύστερα από την Κατοχή ήταν η Ελεύθερη Ελλάδα. Η “Εαμοκρατία”, που παρουσιάζεται μπρος στην ιστορία με ψηλά το μέτωπό της.Δεν ήταν και δεν μπορούσε να είναι μια ολοκληρωμένη Λαϊκή Δημοκρατία. Αλλά ήταν μια υπέροχη ιστορική “προκαταβολή” της. Ήταν οι λαμπρές εξετάσεις ενός λαού να λευτερωθεί μόνος του και να διοικηθεί μόνος του. Είχε τα δικαστήριά του και τα σχολεία του, την κοινωνική του πρόνοια και τις εκκλησίες του, τις εφημερίδες του και τα βιβλία του. Είχε τον ανίκητο στρατό του και την πολιτισμένη, δίκαιη εθνική του πολιτοφυλακή. Είχε την Κυβέρνησή του και την Βουλή του.

Η “προκαταβολή” αυτή της Λαϊκής Δημοκρατίας του μέλλοντος τράβηξε σε έναν εθνικό, κοινωνικό, πολιτικό και πνευματικό συναγερμό την πρωτοπορία κι ύστερα την μεγάλη πλειοψηφία του Έθνους. Ένα απίστευτο ηφαίστειο ενεργητικότητας και πρωτοβουλίας εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων, ένα συστηματικό φυτώριο καλλιέργειας ενός ολόπλευρα θετικού οργανωτικού πνεύματος σε όλες τις γωνιές της Ελλάδας και μια μεγάλη υπόσχεση ενός σίγουρου μέλλοντος – αυτή ήταν η Ελεύθερη Ελλάδα, η τιμημένη μάννα της Λαϊκής Δημοκρατίας.

Όταν το Εθνικό Συμβούλιο των Ελλήνων, η Προσωρινή Βουλή των Βουνών, συνεδρίαζε επί δεκαπέντε μέρες στους Κορυσχάδες και διεκπεραίωνε ένα τιτάνιο νομοθετικό έργο, ο παλαίμαχος [βουλευτής] Παντελής Καρασεβδάς [προπολεμικά του Λαϊκού Κόμματος] έλεγε κατάπληκτος: “Έχω 50 χρόνια κοινοβουλευτικής ζωής. Ποτέ δεν φαντάστηκα κάτι σαν τις δεκάδες αυτές των ρητόρων του Εθνικού Συμβουλίου, που όλοι είπαν απολύτως σοβαρά και μελετημένα πράγματα”.

Και όταν σε ένα Συνέδριο 600 αντιπροσώπων της ΕΠΟΝ Θεσσαλίας και Δυτικής Μακεδονίας μιλούσε μια κοπέλα 16 χρονών με καταπληκτική διαύγεια και περιεχόμενο, ο στρατηγός Στέφανος Σαράφης έλεγε δακρυσμένος: “Η Λαϊκή Δημοκρατία θα γίνει! Έχει κιόλας ιδεώδη στελέχη … […]”.

Θέλω τώρα, και επί του παρόντος, να προσθέσω δύο πράγματα για τον Κώστα Καραγιώργη: 1) ότι είχε κάνει Γραμματέας του Θεσσαλικού Γραφείου του ΚΚΕ στα 1943 και 1944 και υπεύθυνος στο Στρατηγείο Θεσσαλίας του ΕΛΑΣ στα 1943 και 2) είχε εκλεγεί Εθνοσύμβουλος και έλαβε μέρος στις εργασίες του Εθνικού Συμβουλίου τον Μάιο του 1944 στους Κορυσχάδες.

Συμπληρώνω επίσης ότι το άρθρο του Κώστα Καραγιώργη, από το οποίο απέσπασα όσα παραπάνω καταχώρησα, περιλαμβάνεται και αυτό στο βιβλίο: Κώστας Καραγιώργης, “Από την Βάρκιζα στον Εμφύλιο”, Εκδόσεις Προσκήνιο, Χαλάνδρι 2002, Σελ. 137-140, και είχε τίτλο “Το παρόν και το μέλλον του Έθνους” και μότο “Μιας ανάστασης νέας χτυπάει η καμπάνα”. Η Α’ έκδοση αυτού του βιβλίου πραγματοποιήθηκε το έτος 1977, από τις Εκδόσεις “Διάλογος” με πρόλογο του Μανώλη Γλέζου.

Κώστας Π. Παντελόγλου