Καταχωρώ σήμερα εδώ, στον “Κόσμο της Ν. Φιλαδέλφειας”, το δεύτερο μέρος του γραφτού με το θέμα του τίτλου, όπως χτες υποσχέθηκα:
“Με τον φοβερό αυτό σεισμό (της 28ης Ιουνίου 1688 δηλαδή) όλα τα αρχαία και παλαιά οικοδομήματα της Σμύρνης καταστράφηκαν και μαζί μ’ αυτά όλα τα παλαιά έγγραφα και οι κώδικες, που υπήρχαν στα δικά μας και στα ξένα καθιδρύματα. Το μόνο κτίσμα που σώθηκε ήταν το τείχος που είχε χτίσει ο Ιωάννης Δούκας στον τόπο της παλαιάς Ακρόπολης του Ακραίου Διός.
Έναν άλλο σεισμό μεγάλης έντασης και με καταστρεπτικές συνέπειες αναφέρει ο περιηγητής Ποκόκ, που βρέθηκε στην Σμύρνη τον Απρίλη του 1739. Πολλά σπίτια κατέπεσαν και πολλοί κάτοικοι σκοτώθηκαν πάνω στα κρεββάτια τους, γιατί είχε γίνει νύχτα. Τέτοιος ήταν ο φόβος των κατοίκων, ώστε οι περισσότεροι το καλοκαίρι του 1739 κοιμόνταν σε κήπους και στο ύπαιθρο.
Τα χαλκεία του Ηφαίστου κατέστρεψαν σχεδόν ολότελα την Σμύρνη στις 21 Ιουνίου 1778. Από τα αρχεία του Γαλλικού Προξενείου μαθαίνουμε τις παρακάτω λεπτομέρειες:
“Σφοδρότατη δόνηση στις 2 1/2 το πρωί ξύπνησε τους κατοίκους της Σμύρνης, που σαν τρελλοί από τον φόβο τους έτρεξαν να σωθούν στους κήπους και στην ύπαιθρο. Η πόλη έμεινε έρημη. Δεύτερη σεισμική δόνηση αποτέλειωσε ό,τι είχε απομείνει άθικτο από την πρώτη. Καταστράφηκαν πολλά τεμένη, πολλοί δε κάτοικοι που κοιμόνταν στα εργαστήρια κοντά στα τζαμιά κοιμήθηκαν τον αιώνιο ύπνο από τους τοίχους που έπεσαν και τους πλάκωσαν. Πυρκαϊά, όπως και στον σεισμό του 1688, συμπλήρωσε το έργο του ολέθρου. Οι σεισμικές δονήσεις συνεχίστηκαν σαράντα μέρες. Τόσος φόβος είχε καταλάβει τους κατοίκους, που για πολύν καιρό έμεναν σε πλοία μέσα στο λιμάνι, ή σε κήπους στις εξοχές, πολλοί δε μεταναστεύσανε αλλού. Πριν από τον σεισμό είχε προηγηθεί μια επιδρομή από ακρίδες, που κατέστρεψαν όλα τα αγροτικά προϊόντα”.
Τον φόρο του αίματος και της συμφοράς στον υποχθόνιο τιτάνα έδωκε η πολύπαθη Σμύρνη και στις 13 Ιουνίου του 1846. Ιδού πώς περιγράφει τον σεισμό εκείνο η “Αμάλθεια” Σμύρνης, στο φύλλο της της 14ης Ιουνίου 1846:
“Η Σμύρνη διατελεί εισέτι υπό τον τρόμον συμβάντος τρομερού. Χθες, περί την 6ην εσπερινήν, σεισμός φοβερός, διαρκέσας έν δεύτερον λεπτόν και επέκεινα, ηπείλησε να καταστρέψη όλην την πόλιν και τα πέριξ αυτής. Τάφων σιγή διεδέχθη αιφνιδίως τον θόρυβον της πόλεως και μετέωροι έστησαν οι άνθρωποι εις τους τόπους όπου ευρέθησαν προσδοκώντες το τέλος του απαισίου σεισμού. Ένας κλονισμός προσέτι και εθάπτοντο τω όντι άπαντες υπό τα ερείπια των οικιών! Έν παλαιόν χάνιον, το των βαφέων, καταπεσόν επλάκωσε δύο παιδία και μίαν γυναίκα και επλήγωσεν άλλους κατά το μάλλον ή ήττον βραδέως. Καμμία οικοδομή δεν έμεινε παντάπασιν απρόσβλητος και σώα εκ του δεινού σεισμού· πανταχού δωμάτια και τοίχοι διερράγησαν, έπιπλα συνετρίβησαν και παντός είδους ζημίαι μαρτυρούσι την δύναμιν του κλονισμού. Οι γεροντότεροι των κατοίκων της πόλεως δεν ενθυμούνται σεισμόν τοσούτον δυνατόν ενταύθα. Ο τελευταίος μέγας σεισμός της Σμύρνης υπήρξε ο της 3ης Ιουνίου 1778, επανελήφθη δε τη 21η του αυτού μηνός καταστρέψας μέγα μέρος δια συγχρόνου πυρκαϊάς, ήτις περιωρίσθη έξω του ναού του Αγίου Γεωργίου. Οι κάτοικοι κατέφυγον τότε έξω της πόλεως εις τους κήπους και εις τους αγρούς, ανόητοι δε ψευδοπροφήται ηύξαναν τον τρόμον των ευπίστων, ο δε μέγιστος σεισμός ο καταστρέψας τον ναόν της Αγίας Φωτεινής και το πλείστον μέρος της πόλεως, συνέβη κατά το 1688. Ο Άγιος Σμύρνης διέταξε παρακλήσεις πρωϊνάς και εσπερινάς εις τας εκκλησίας υπέρ της σωτηρίας των ανθρώπων από των τρομερών εκρήξεων των εξηγριωμένων στοιχείων της γης”.
Ένας ακόμη δυνατός σεισμός συνεκλόνισε την Σμύρνην ανήμερα της Αγίας Μαρίνης (17 Ιουλίου του 1880). Ο σεισμός αυτός προκάλεσε σοβαρές καταστροφές στα κτίρια, αλλά τα ανθρώπινα θύματα ευτυχώς ήσαν ελάχιστα. Ο κόσμος πανικοβλημένος επήρε τα “αναγκαιότερα οικιακά σκεύη”, όπως αναγράφουν οι εφημερίδες της εποχής εκείνης, και κατέφυγε στις εξοχές. Και η προκυμαία είχε θεωρηθή ως άσυλο και κατέφυγε εκεί πολύς κόσμος και έστησε σκηνές, και κυρίως προς το μέρος της Πούντας που ήταν το πιο ανοιχτό μέρος της Σμύρνης.
Το σατυρικό “Βέλος” στο φύλλο του της 25ης Ιουλίου 1880, δημοσιεύει ένα γράμμα από τον Βουτζά, όπου είχαν καταφύγει πολλοί “σεισμόφοβοι” και σατυρίζει τους πανικόβλητους:
“Καθ’ εκάστην, γράφει, μας έρχονται εδώ αραμπάδες με στρώματα και παπλώματα, και τηλεγραφήματα διαβιβάζονται εκ Σμύρνης προς ενοικίασιν οικιών, εξ ων ουδέ τρύπα ήδη δεν έμεινε κενή. Ο αριθμός των προσφύγων του σεισμού αυξάνει οσημέραι μεγάλως. Ήρξατο ο χρυσούς αιών του Βουτζά, αφού εκείνος εθεωρήθη τα “ξύλινα τείχη” δια τους εκ σεισμοφοβίας πάσχοντας”.
Αυτοί είναι οι κυριώτεροι σεισμοί που συνεκλόνισαν την Σμύρνη και πολλές φορές, καθώς είδαμε, την κατέστρεψαν σχεδόν ολόκληρη. Η εργατικότητα όμως και η δραστηριότητα των κατοίκων της την ξανάχτιζαν κάθε φορά και την έκαναν ακόμη πιο όμορφη, έως ότου ένας άλλος σεισμός, όχι αυτή την φορά υποχθόνιος, ένας εθνικός σεισμός, που προκάλεσε η κατάρρευση του (Μικρασιατικού) Μετώπου τον Αύγουστο του 1922 και η κακουργία του απροσδόκητου νικητή, κατέστρεψε την ωραία πολιτεία και εξολόθρευσε τους Έλληνες κατοίκους της. Ας ελπίσουμε όμως πως κάποτε, αργά ή γρήγορα, “το χάσμα π’ άνοιξε ο σεισμός θε να γεμίση μ’ άνθη”. Αυτή είναι η ευχή μας ή η προσευχή μας.
Βοηθήματα: 1) Μιχ. Τσακύρογλου “Τα Σμυρναϊκά”, έκδοσις Σμύρνη έτος 1876, Τόμος Α’, σελ. 88 – 2) Δ.Ι.Ζ. Οι κατά τον ΙΖ’ αιώνα σεισμοί εν Σμύρνη, Περιοδικόν Σμύρνης “Βίων”, έτος 1879, σελ. 40 – 3) Σπ. Φόρου, Σεισμοί εν Ανατολή, Ημερολόγιον-Οδηγός “Αμαλθείας”, έτος 1890, σελ. 84 – 4) Les voyages de Taverner on Turquie, en Perse et aux Indes 1676 – 5) Περιοδικόν “Χρυσαλλίς”, Αθήναι 1866, Τόμος Δ’, σελ. 107 – 6) Κ. Σάθα, Μεσαιωνική Βιβλιοθήκη, Τόμος Γ’, σελ. 40 και 168 – 7) Οικονόμου εξ Οικονόμων, Τα σωζόμενα, έκδοσις Αθήναι, έτος 1871, σελ. 336 – 8) Σμυρναϊκά ανάλεκτα, Χατζηκωστή, έτος 1906 – 9) Banaventure Slars: Etude sup Smyrne p. 128, Smyrne 1868 – 10) Σωκράτη Σολωμονίδη, “Παλαιά και νέα”, περιοδικόν “Κόσμος” Σμύρνης, τεύχος 1.1.1909 – 11) Εφημερίς “Αμάλθεια” Σμύρνης έτος θ’ αρ. 385 της 14.6.1846 – 12) “Βέλος”, σατυρικόν περιοδικόν Σμύρνης, φύλλον 26.7.1880″.
Μένει τώρα να σημειώσω πως όσα χτες και σήμερα καταχώρησα στον “Κόσμο της Ν. Φιλαδέλφειας” έχουν δημοσιευθεί στα “Μικρασιατικά Χρονικά”, Τόμος Ε’ (1952), Σελ. 240-245.
Κώστας Π. Παντελόγλου