Όχι μόνο τα χρόνια της δικτατορίας των συνταγματαρχών (1967-1974), αλλά και αμέσως μετά την δικτατορία συζητήσεις για τον φασισμό και την δημοκρατία στην Ελλάδα εγίνοντο.
Δεν ήταν πολλοί εκείνοι που έθεταν θέμα φασιστικού κινδύνου αμέσως μετά την δικτατορία των συνταγματαρχών· λίγοι ήταν, μα αξίζει να δούμε λίγο την επιχειρηματολογία που ανέπτυσσαν:
Έλεγαν, λοιπόν, ότι τις συνεπείς δημοκρατικές δυνάμεις και τις δυνάμεις της κοινωνικοπολιτικής πρωτοπορίας πρέπει να τις απασχολεί η πιθανότητα εμφάνισης μαζικού φασιστικού κινήματος στην Ελλάδα, και τούτο διότι υπήρχε κρίση του καπιταλισμού (1973-1974), κρίση που αποκλήθηκε “πετρελαϊκή” – κρίση που συνεχίσθηκε φυσικά και με συγκεκριμένα “επεισόδια” κατά περιόδους μέχρι να φτάσουμε τα τελευταία πια χρόνια, με τις αντίστοιχες κατά περίπτωση εμφανίσεις του φασιστικού φαινομένου στην ιδεολογία, την πολιτική και την οργάνωση τόσο στην κοινωνία όσο και σε συμπεριφορές κυβερνητικών παραγόντων και κρατικών λειτουργών.
Επισήμαιναν με έμφαση τον μικροαστικό χαρακτήρα της Ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας, πράγμα που σε οξυμένες οικονομικοκοινωνικές συνθήκες, λαμβανομένου υπ’ όψιν και ενός συμπαγούς υποστρώματος δοσιλογικού, παρακρατικού και αντικομμουνιστικού παρελθόντος περασμένων δεκαετιών, μπορεί να προσφέρει ορισμένη μαζική έδραση στο φασιστικό κίνημα, ιδιαίτερα στην περίπτωση μη ανάπτυξης ισχυρού ιδεολογικού και πολιτικού μετώπου από μέρους των δυνάμεων της κοινωνικοπολιτικής πρωτοπορίας.
Υπογράμμιζαν την ανάγκη να επιδιωχθεί και να διεκδικηθεί η θεσμοθέτηση και η διαρκής βίωση της δημοκρατίας στα Πολιτικά Κόμματα, στις Συνδικαλιστικές και τις άλλες Λαϊκές Οργανώσεις, στην Κυβερνητική Λειτουργία, στην Βουλή των Ελλήνων, στους Δήμους και τις Κοινότητες, στα Επιμελητήρια, στους Συνεταιρισμούς, στον Τύπο και τα Ραδιοτηλεοπτικά Μέσα…
Έθεταν ζήτημα προσπαθειών και αγώνων για την δημιουργία και νέων κέντρων δημοκρατικής εξουσίας στην Δημόσιες Επιχειρήσεις και Οργανισμούς, στις Τράπεζες, στις μεγάλες τουλάχιστον Ιδιωτικές Επιχειρήσεις.
Έβαζαν το ζήτημα της αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης και των συνεπειών της με σχήματα συλλογικά συνεργατικά και συνεταιριστικά και βεβαίως το ζήτημα της ανασυγκροτήσεως της Ελληνικής οικονομίας γενικότερα.
Και φυσικά επέμεναν στο καθήκον για την δημοκρατική διαπαιδαγώγηση της νέας γενιάς σ’ όλη την κλίμακα των ηλικιών της.
Δεν εισακούστηκαν ωστόσο αυτοί οι λίγοι, οι ανησυχούντες για την δρομολόγηση των εξελίξεων μετά την δικτατορία των συνταγματαρχών, από τους “αρμόδιους” της κοινωνικοπολιτικής πρωτοπορίας, οι οποίοι αγνόησαν την επισήμανση της πιθανότητας εμφάνισης μαζικού φασιστικού κινήματος τότε, και τροφοδότησαν αυτή την εμφάνιση με τα σοβαρά λάθη που διέπραξαν και τις ανεπάρκειες που παρουσίασαν έκτοτε – χάθηκε έτσι μια ευκαιρία σοβαρής εργασίας για ισχυρή θεμελίωση πραγματικής δημοκρατικής ζωής στην Ελλάδα και ουσιαστικών οικονομικών, κοινωνικών και πνευματικών προόδων του λαού μας.
Ήδη τον πρώτο καιρό μετά την δικτατορία των συνταγματαρχών υπήρχε μια μάζα οικονομικά κατεστραμμένων μικρών και μεγάλων επιχειρηματιών σε όλους τους τομείς της οικονομίας και πλήθος εργατών και άλλων εργαζομένων που είχαν περιπέσει στην κατάσταση της ανεργίας και υποαπασχόλησης σαν αποτέλεσμα της λεγόμενης “πετρελαϊκής” κρίσης.
Στην πορεία των χρόνων προσετίθεντο και άλλοι σαν αποτέλεσμα και της σύνδεσης της Ελλάδας με την ΕΟΚ και των συνεπειών του γεγονότος αυτού. Μας ήταν βεβαίως γνωστά τα πράγματα αυτά ότι θα συμβούν· ο Καθηγητής και παλαιός Πρύτανις του Ε.Μ. Πολυτεχνείου αλλά και Πρόεδρος του Τεχνικού Επιμελητηρίου της Ελλάδος Νίκος Κιτσίκης, βουλευτής της ΕΔΑ, με την μελέτη του “Η θανάσιμη περίπτυξις της Κοινής Αγοράς” το 1962 – και ο Καθηγητής Δημοσίας Οικονομίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Δημοσθένης Στεφανίδης, με το βιβλίο του “Εθνική Οικονομική Οργάνωσις” το 1961, μας είχαν προειδοποιήσει…
Θυμίζω στο σημείο αυτό τρεις όρους που σηματοδοτούν τις οικονομικές εξελίξεις των δεκαετιών της μεταπολίτευσης: “επενδυτική αποχή των βιομηχάνων”, “προβληματικές επιχειρήσεις”, “αποβιομηχάνιση”.
Επιχειρήθηκε αντιμετώπιση των δημιουργηθέντων προβλημάτων με μαζικούς διορισμούς στο πάσης φύσεως Δημόσιο, με την ανάδειξη και εθνικών εργολάβων μα και εθνικών προμηθευτών· διογκώθηκε στο έπακρο ο κρατικός δανεισμός, χρησιμοποιήθηκαν τα κονδύλια της ΕΟΚ με τρόπο που ενίσχυσε τις παθογένειες της Ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας, ο άλογος τραπεζικός δανεισμός επιχειρήσεων και νοικοκυριών τροφοδότησε σε μεγάλο βαθμό καταναλωτικές συμπεριφορές που, συν τοις άλλοις, επιβάρυναν το ισοζύγιο των εξωτερικών συναλλαγών, κλπ. κλπ.
Τελικό αποτέλεσμα όλων αυτών η κατάσταση που βιώνει ο λαός μας, όλοι μας, τα τελευταία χρόνια· και η κοινωνικοπολιτική πρωτοπορία, σε κακή κατάσταση, να μην μπορεί να συγκρατήσει τις ολοένα και δυσμενέστερες για την Ελλάδα και τον λαό της εξελίξεις που σωρεύονται καθημερινά σε όλα τα μέτωπα: και στο μέτωπο της οικονομίας, και στο μέτωπο της κοινωνίας, και στο μέτωπο της δημοκρατίας, εξελίξεις που κατά την γνώμη μου υπονομεύουν από μόνες τους την εθνική μας υπόσταση – είναι γι’ αυτό που ο φασισμός έχει κτυπήσει δυνατά την πόρτα μας κι έχει αποκτήσει ερείσματα ισχυρά στην κοινωνία επηρεάζοντας συμπεριφορές κυβερνητικών παραγόντων και κρατικών λειτουργών.
Απευθύνομαι στους “αρμόδιους” της κοινωνικοπολιτικής πρωτοπορίας για να τους πω: σχεδιάσατε λάθος την δραστηριότητά σας εδώ και τέσσερις δεκαετίες, η ανεπάρκειά σας είναι πια προφανής, τι άλλο περιμένετε να συμβεί ώστε να πράξετε το μόνο καθήκον που σας έχει απομείνει, να παραμερίσετε δηλαδή;
Άλλοι σύντροφοι θα πάρουν την θέση σας, με την προϋπόθεση να μην τους βαρύνουν ευθύνες για τα μέχρι τώρα, και νεώτεροι άνθρωποι, για να επιχειρήσουν καταρχήν την συγκράτηση των δυσμενών εξελίξεων και εν συνεχεία την επίτευξη θετικών οικονομικών, κοινωνικών και πνευματικών προόδων του λαού μας, συμβάλλοντας λόγω και έργω στην δημιουργία δημοκρατικού πολιτικού κλίματος, δημοκρατικής πολιτικής ατμόσφαιρας.
Κώστας Π. Παντελόγλου