Οι ξένοι επιχειρηματίες της Σμύρνης, μαζί κι οι Άγγλοι, απογοητεύτηκαν πολύ που η περιοχή είχε περάσει στα χέρια των Ελλήνων. Την πόλη, απ’ όλες τις πρακτικές πλευρές, εξακολουθούσαν πάντα να κυβερνούν οι ξένοι. Απ’ τις δυο μεγάλες σιδηροδρομικές γραμμές που διακλαδώνονταν προς τα βόρεια και τ’ ανατολικά, η μια ήταν ιδιοκτησία Βρεταννών κι η άλλη των Γάλλων. Η ηλεκτρική ενέργεια κι ο φωτισμός βρίσκονταν σε Βρεταννικά χέρια, ενώ οι εγκαταστάσεις του νερού σε Βελγικά. Η προκυμαία της Σμύρνης και τα τραμ ήταν Γαλλικές εκχωρήσεις. Οι αξιόλογες εκμεταλλεύσεις του καπνού και της γλυκόριζας ήταν Αμερικανικές, όπως κι οι αποθήκες πετρελαίου στην βορεινή άκρη της παραλίας, εκεί που αυτή έκανε μια κλίση και προχωρούσε κατάφατσα στην πόλη. Τα χαλιά, το στάρι, τα ορυκτά κι οι ξεροί καρποί ήταν επιχειρήσεις κατά μεγάλο μέρος Βρεταννικές. Ο εμπορικός αντιπρόσωπος μιας ξένης εταιρίας έκφραζε το γενικό αίσθημα όταν είπε στον Αμερικανό πρόξενο Χόρτον: “Στην κυρίως Ελλάδα λειτουργούνε λίγες ξένες εταιρίες. Διώχτε από δω τους Έλληνες κι αφήστε εμάς να εκμεταλλευόμαστε τους Τούρκους”.
Απόσπασμα από το βιβλίο της Μάρτζορι Χαουζπιάν, Η Σμύρνη στις φλόγες, Βιβλιομεταφραστική, Αθήνα Οκτώβριος 1972.