Στις 16 Δεκεμβρίου 1974 πέθανε ο ποιητής, μα όχι μόνο, Κώστας Βάρναλης. Την επόμενη χρονιά ο καρδιακός φίλος του και συναγωνιστής Βασίλης Ρώτας τον τίμησε με διάλεξή του, θέμα της “Ο Βάρναλης και η εποχή του”.
Από τη διάλεξη αυτή του Βασίλη Ρώτα, που τη δημοσίευσε το Αντί στα δύο χρόνια από τον θάνατο του Βάρναλη (βλ. τεύχος 60, 11 Δεκεμβρίου 1976, σελ. 40-43) είναι τα λίγα που ακολουθούν:
“Ήταν ο Βάρναλης ωραίο πνεύμα, γοητευτική μορφή. Ήταν ζωηρός, σβέλτος, χωρατατζής, επικούρειος, πρόθυμος για παρέα με απλούς ανθρώπους. Ήταν μελετηρός, εργατικός, συνεπής. Ήταν αθώος, άκακος, ακόμη και οι πονηριές του ήταν αθώες. Για τα ζητήματα της ζωής και της τέχνης συζητητής σοβαρός, ετοιμόλογος, αλλά αν η συζήτηση αγρίευε τότε τα παράταγε και έφευγε. Απόφευγε να γράφει κριτικές όταν έπρεπε να κατακρίνει συναδέλφους, δεν έβριζε, δεν βλαστήμαγε. Τίμιος στις συναλλαγές του, πιστός στις ιδέες του, ειλικρινής στις εκφράσεις του. Ήταν ποιητής γνήσιος, μάστορης μεγάλος του ποιητικού λόγου. Πάντα επρόσεχε τη γνώμη των άλλων, ποτέ δεν έδειχνε κομπασμό, ούτε καυχιόταν. Ανάμεσα στις μορφές-είδωλα που μου φέρνει η μνήμη: Παλαμά, Γρυπάρη, Πορφύρα, Καζαντζάκη, Σικελιανό, Γαλάτεια, Ρήγα Γκόλφη, Καρβούνη, Χατζάρα, Καμπάνη, Βουτιερίδη, Αυγέρη, Φιλύρα, Λαπαθιώτη, Ποριώτη, Γληνό και τόσους άλλους, η σκιά του Βάρναλη περνάει ψηλότερη, παρέα με τον Γληνό, τον Αυγέρη, τον Σικελιανό, τη Γαλάτεια και τον Γιώργο Κοτζιούλα, που φορούν όλοι φωτοστέφανα της γνησιότητας και της μεγαλοσύνης”.
Θαρρώ πως πρέπει και εδώ δυο πράγματα να σημειώσω:
Πρώτον πως ο Κώστας Βάρναλης πάταγε τα χώματα της πόλης μας, κάθε φορά που ροβόλαγε προς το Μενίδι και τον Οζά (την Πάρνηθα)· στο βιβλίο μου Πλατεία Πατριάρχου, η καρδιά της Νέας Φιλαδέλφειας, Κέντρο Ιστορίας Νέας Φιλαδέλφειας (Κ.Ι.ΝΕ.ΦΙΛ.) 2016, σελ. 118-120 έχω παραθέσει από σχετικό χρονογράφημά του στην Πρωΐα στις 4 Μαΐου 1943.
Δεύτερον πως ο Βασίλης Ρώτας βρέθηκε τα Δεκεμβριανά (1944) στη Νέα Φιλαδέλφειας, όπως δε μαρτυρεί ο Φιλαδελφειώτης ηθοποιός Σταύρος Ξενίδης επιχείρησε να ανεβάσει τον “Ρήγα τον Βελεστινλή”, λόγω όμως των εξελίξεων τούτο δεν έγινε δυνατό (βλ. όπ.π. σελ. 193-194).
Κώστας Π. Παντελόγλου