Στις 28 Οκτωβρίου 1965 εγκαινιάστηκε το Ηρώο της πλατείας Κωνσταντινουπόλεως. Ετελέσθη αγιασμός και μετά τα αποκαλυπτήρια του Ηρώου από τον Δήμαρχο, μίλησε ο Πρόεδρος της Ερανικής Επιτροπής για το Ηρώο Δ. Ησαΐας, εκ των διακεκριμένων πολιτών της πόλεώς μας, λέγοντας και αυτό:
“Κύριε Δήμαρχε
η Ερανική Επιτροπή παραδίδει εις Υμάς και δι’ Υμών εις την Πόλιν, το μνημείον τούτο και εις την μαθητιώσαν Νεολαίαν δια να αποτίσουν φόρον τιμής και ευγνωμοσύνης και να το διαφυλάξουν και να το έχωσιν ως παράδειγμα και να φανώσιν πιο άξιοι από μας σε έργα ειρηνικά, αλλά και σε θυσίες εάν η Πατρίς κάποτε το θελήση”.
Μετά την ομιλία του Προέδρου της Ερανικής Επιτροπής για το Ηρώο, έλαβε τον λόγο ο Δήμαρχος της Νέας Φιλαδέλφειας Τάσος Αμπατζής, παλαιός αυτοδιοικητικός που διαδέχθηκε τον Νικόλαο Τρυπιά μετά τον θάνατό του στις 7 Ιουλίου 1965, λέγοντας μεταξύ άλλων και τα ακόλουθα:
“… Το Έθνος μας πλαισιώνεται από ατέλειωτους βωμούς, από αμέτρητα θυσιαστήρια για ό,τι ωραιότερο και ευγενέστερο έχει να επιδείξει το ανθρώπινο γένος. Μαζί με την απαράμιλλη πνευματική του δημιουργία στη μακρόχρονη και πολυκύμαντη πορεία του ο λαός της μικρής, μα τόσο ένδοξης αυτής χώρας, πυργώνει την ιστορία του με ατέλειωτους κρουνούς αίματος και αμέτρητες θυσίες. Η ιστορία των θυσιών του αρχίζει από τις Θερμοπύλες και τον Μαραθώνα κι ακόμα πιο παλιά, περνάει από το Βυζάντιο, υψώνεται στο Μεσολόγγι, το Σούλι, το Χάνι της Γραβιάς και στην Αλαμάνα, συνεχίζεται στο Αρκάδι, κορυφώνεται στις κορυφογραμμές της Πίνδου, την Τρεμπεσίνα και τον Μοράβα και αποθεώνεται στα μαύρα και σκληρά χρόνια της πικρής Κατοχής με την καθολική Εθνική Αντίσταση που ύψωσε τη χώρα μας ασύγκριτο φωτεινό παράδειγμα για όλους τους λαούς της σκλαβωμένης Ευρώπης, μα και για ολόκληρη την Οικουμένη. …
Στη δική μας γενιά ανήκει η τιμή και η δόξα της εποποιΐας στο Αλβανικό μέτωπο και του μεγάλου έπους της Εθνικής μας Αντίστασης.
Εδώ και εικοσιπέντε χρόνια οι περισσότεροι Ευρωπαϊκοί λαοί στέναζαν κάτω από τη μαύρη, την πιο βάρβαρη και την πιο ανελέητη σκλαβιά, τη σκλαβιά που με ταχύτητα αστραπής τούς είχε επιβάλει ο εγκληματικός Γερμανικός ναζισμός με συνένοχό του τον Ιταλικό φασισμό του Μπενίτο Μουσολίνι. … Πολλοί λαοί είχαν αρχίσει να φοβούνται, να πτοούνται, να τα χάνουν. Όμως ο λαός μας όταν ξαφνικά την αυγή της 28ης Οκτωβρίου 1940 βρέθηκε μπροστά στο φοβερό, στο αμείλικτο δίλημμα: Υποταγή ή Θάνατος, δεν άργησε να σκεφθεί ούτε ν’ αποφασίσει. Η απάντησή του υπήρξε άμεση και ρωμαλέα, όπως ρωμαλέα στάθηκε πάντοτε η ιστορία του. Ξεσηκώθηκε το ίδιο πρωινό απ’ άκρη σ’ άκρη σ’ ένα απίθανα μοναδικό, ανεπανάληπτο αγώνα ζωής και θανάτου. Και με ταχύτητα αστραπής έδιωξε από τον ιερό χώρο της αγαπημένης του πατρίδας τους επαίσχυντους επιδρομείς που απετόλμησαν να τον μολύνουν με το βέβηλο πόδι τους.
Η περίλαμπρη νίκη των Ελληνικών ενόπλων δυνάμεων με ολόκληρο τον αδούλωτο Ελληνικό λαό στο πλευρό τους, στάθηκε η πρώτη νίκη των Συμμαχικών όπλων. Γκρέμισε τον θρύλο ότι οι φασιστικές στρατιές ήταν αήττητες. Φτέρωσε τις ελπίδες όλων των σκλαβωμένων Ευρωπαϊκών λαών και ξάφνιασε ολόκληρη την Οικουμένη. Ολόκληρος ο κόσμος θαύμασε τότε τη μικρή Ελλάδα και τη θαύμασε με αναμφισβήτητη ειλικρίνεια. Όλοι … άρχισαν να προφέρουν το όνομά της με σεβασμό. Δεν πολεμούν οι Έλληνες σαν τους ήρωες, έλεγαν τότε, αλλά οι ήρωες σαν τους Έλληνες. Το Ελληνικό Έθνος με τις αλλεπάλληλες νίκες του εναντίον των Ιταλών φασιστών επιδρομέων και τις αλλεπάλληλες θυσίες του δεν υπερασπίστηκε τη δική του τιμή, αξιοπρέπεια και ανεξαρτησία μοναχά, μα και την τιμή και την αξιοπρέπεια όλων των ελευθέρων ανθρώπων και μαζί ολόκληρη την υπόθεση των Συμμάχων. Κι εδώ βρίσκεται η μεγάλη αξία της μεγάλης συμβολής του στον Συμμαχικό αγώνα.
Ωστόσο ο εξευτελισμός των Ιταλικών επιθετικών φασιστικών δυνάμεων από τα νικηφόρα Ελληνικά όπλα δεν μπορούσε να μείνει αναπάντητος. Την άνοιξη του 1941 μάς επετέθησαν τα Γερμανικά ναζιστικά στρατεύματα. Ο Εθνικός μας στρατός πολέμησε και πάλι με την ίδια γενναιότητα, αποφασιστικότητα, αυταπάρνηση και αυτοθυσία. Όμως για λόγους που ξεπερνούσαν τη δυναμικότητά του, δεν μπόρεσε να εμποδίσει τις Γερμανικές ένοπλες δυνάμεις να προχωρήσουν στο εσωτερικό της χώρας.
Ακολούθησε περίοδος τραγικών εθνικών δοκιμασιών. Όμως ο αδούλωτος, ο υπερήφανος Ελληνικός λαός δεν την αντιμετώπισε παθητικά, μοιρολατρικά. Οργάνωσε αμέσως τη ρωμαλέα Εθνική του Αντίσταση, που έδειχνε πως προτιμούσε πάντα “μια ώρα ελεύθερη ζωή παρά σαράντα χρόνια σκλαβιά και φυλακή”. Και με τη νέα εξόρμησή του ο Ελληνικός λαός έστειλε και πάλι στους σκλαβωμένους Ευρωπαϊκούς λαούς μεγαλόπνοα μηνύματα ελπίδας και σύντομης συντριβής των εγκληματικών δυνάμεων του ναζισμού και του φασισμού. Και πάλι η Οικουμένη έστρεψε τα βλέμματά της στη μικρή φτωχή Ελλάδα με βαθύτατο σεβασμό και ανυπόκριτο θαυμασμό. Η τρισένδοξη πατρίδα μας πρόσφερε για μια ακόμη φορά στους Συμμάχους της ανυπολόγιστες υπηρεσίες.
Πέρασαν από τότε πάνω από είκοσι χρόνα σκληρά, βασανιστικά, ωστόσο οι περήφανοι, οι αδάμαστοι Έλληνες δεν λύγισαν ούτε στιγμή. Δεν έσκυψαν το κεφάλι. Και δεν πρόκειται να το σκύψουν ποτέ. Αυτή είναι η μεγάλη, η ευλογημένη ιστορική τους αποστολή. …”.
ΥΓ. Ας θεωρηθούν όσα σήμερα καταχώρησα μικρό μνημόσυνο για τον πατέρα μου Παντελή Κ. Παντελόγλου, πολεμιστή στην πρώτη γραμμή του μετώπου κατά τον πόλεμο του 1940-1941, εκ των δημιουργών εν συνεχεία του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ Νέας Φιλαδέλφειας, που στάλθηκε την άνοιξη του 1944 στην Ελεύθερη Ελλάδα της Γερμανικής Κατοχής (Ρεντίνα) για να γίνει αξιωματικός του ΕΛΑΣ και έγινε, πολεμώντας στη συνέχεια ενταγμένος στη δύναμη της 2ης Μεραρχίας του ΕΛΑΣ. Στις 28 Οκτωβρίου 1965, ο πατέρας μου Παντελής Κ. Παντελόγλου ήταν Δημοτικός Σύμβουλος Νέας Φιλαδέλφειας, εκλεγείς στις Δημοτικές Εκλογές της 5ης Ιουλίου 1964, μετέχοντας του ψηφοδελτίου συνεργασίας Κέντρου και Αριστεράς που είχε επικεφαλής τον Νικόλαο Τρυπιά· εκπροσωπούσε, δε, την Αριστερά. Με τον Νικόλαο Τρυπιά, ο οποίος ανήκε στον ΕΔΕΣ κατά την Κατοχή, ο πατέρας μου είχε αγαστή συνεργασία ως υπεύθυνος του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ.