5) Την Κυριακή 26 Οκτωβρίου 1997 ένα αφιέρωμα με θέμα “Τα Εικαστικά και η Σκιτσογραφία του Πολέμου του 1940-1941” είδε το φως της δημοσιότητας (βλ. Επτά Ημέρες / Η Καθημερινή, σελ. 1-31) – προλογικά ο έχων την επιμέλεια του αφιερώματος Κωστής Λιοντής σημείωνε μεταξύ άλλων: “Ζωγράφοι θα βρεθούν στο Μέτωπο, υπηρετώντας ως μάχιμοι, όπως ο Αλέξανδρος Αλεξανδράκης ή με την επίσημη ιδιότητα του πολεμικού ζωγράφου όπως ο Ουμβέρτος Αργυρός και ο Γιώργος Προκοπίου, που άφησε την τελευταία του πνοή ζωγραφίζοντας στο Αργυρόκαστρο. Άλλοι εικαστικοί, εμπνευσμένοι απ’ το Έπος του ’40-’41, θα φιλοτεχνήσουν μεμονωμένα έργα: Γ. Γουναρόπουλος, Χρ. Καπράλος, Περ. Βυζάντιος, Φρ. Αριστεύς, Νικ. Νείρος, Σπ. Βασιλείου, Κ. Παρθένης κά. Επίσης το Εργαστήρι Χαρακτικής του Γιαν. Κεφαλληνού στη Σχολή Καλών Τεχνών θα συμβάλει με τις αφίσεις των σπουδαστών (Α. Τάσσος, Βάσω Κατράκη, Τρ. Γραμματόπουλος κά.) στην ηθική ενίσχυση του άμαχου πληθυσμού και στην καλλιέργεια αλληλεγγύης στις οικογένειες των στρατευμένων. […] Τα “πρώτα πενάκια” που “διασκέδαζαν” καθημερινά τον άμαχο πληθυσμό αλλά και τους στρατιώτες στο Μέτωπο ήταν οι επιφανείς σκιτσογράφοι της εποχής: Φ. Δημητριάδης, Γ. Γκεϊβέλης, Στ. Πολενάκης, Αν. Βλασσόπουλος, Σοφοκλής Αντωνιάδης, Αν. Βώττης, Παυλ. Παυλίδης, Κ. Μπέζος, Ν. Καστανάκης, Μιχ. Νικολινάκος και ακολουθεί μια χορεία νεότερων γελοιογράφων στο ίδιο ύψος σκιτσογραφικής επίδοσης”.
Αυτά προλογικά στο αφιέρωμα το οποίο συγκροτούν κείμενα για τον Γιώργο Προκοπίου, τον Ουμβέρτο Αργυρό, τον Αλέξανδρο Αλεξανδράκη, κείμενο με τον τίτλο “Το Έπος του ’40-’41 εμπνέει” και υπότιτλο “Αφίσες, ζωγραφική και γλυπτά έργα για τον Αλβανικό Πόλεμο”, κείμενο με τίτλο “Η χαρακτική στον Πόλεμο του ’40-’41” και κείμενο με τίτλο “Χλευάζοντας τον Φασισμό” και υπότιτλο “Το πενάκι των σκιτσογράφων εξίσου αιχμηρό με τη λόγχη των Ευζώνων στο Μέτωπο” (συγγραφείς των κειμένων αλληλοδιάδοχα: Γ.Α. Προκοπίου, Παναγιώτης Κ. Ιωάννου, Χρύσανθος Α. Χρήστου, Δημήτρης Παυλόπουλος, Νίκος Γρηγοράκης, Γιώργος Α. Παναγιώτου). Εξώφυλλο η ελαιογραφία του Αλέξανδρου Αλεξανδράκη “Μεταφορά τραυματία στο Ποτάμι”. Στο αφιέρωμα ένα πλήθος φωτογραφιών και έργων τονίζουν τον χαρακτήρα του.
6) Βιβλιογραφικά τινά του Πολέμου 1940-1941
Δημήτριος Κ. Σβολόπουλος, Ο Πόλεμος των Ελλήνων του 1940-1941 ημέραν με την ημέραν, Αθήνα 1945
Κ. Χατζηπατέρας Μ. Φαφαλιού, Μαρτυρίες ’40-’41, Εκδόσεις Κέδρος, Αθήνα 1982
Το Έπος του ’40. Λαϊκή Εικονογραφία, Έκδοση της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος. Πρόλογος: Ιωάννης Μαζαράκης-Αινιάν, Εισαγωγή-κείμενα: Ευθ. Παπασπύρου Καραδημητρίου, Αθήνα 1987
Μαρία Λαδά-Μινώτου, “Το Έπος του ’40 στη Ζωγραφική-Χαρακτική, Επετηρίς Ιδρύματος Νεοελληνικών Σπουδών, Τόμος 8, 1993-1994
Σόφη Κεφάλα, Του Πολέμου και της Κατοχής. Εικονογραφημένο Ημερολόγιο, εκδόθηκε με τη φροντίδα του Εμμανουήλ Χ. Κάσδαγλη
Ασαντούρ Μπαχαριάν Πέτρος Ανταίος, Εικαστικές μαρτυρίες. Ζωγραφική-Χαρακτική στον Πόλεμο, την Κατοχή και την Αντίσταση, 198Χ
Ε.Χ. Κάσδαγλης, Γιάννης Κεφαλληνός ο χαράκτης (και λεπτομερή στοιχεία γύρω από την δραστηριότητα του Εργαστηρίου Χαρακτικής του Κεφαλληνού κατά τη διάρκεια του Ελληνοϊταλικού Πολέμου – ανέλαβε να φιλοτεχνήσει τις πολεμικές αφίσες. Τα τέσσερα έργα που επιλέχθηκαν, τυπωμένα σε έγχρωμες λιθογραφίες, τοιχοκολλήθηκαν κατά χιλιάδες και ήταν: α) του Α. Τάσσου “Έδωσες εσύ;” (στον Έρανο Κοινωνικής Προνοάς), β) της Βάσως Λεονάρδου (Κατράκη) “Για τους στρατιώτες” (ένα κορίτσι που πλέκει για τη φανέλα του στρατιώτη) γ) του Κ. Γραμματόπουλου “Ηρωίδες του 1940” (οι γυναίκες που μεταφέρουν πολεμοφόδια στα κακοτράχαλα της Πίνδου) δ) πάλι του Γραμματόπουλου “Έλα να τα πάρεις” (ο τσολιάς με εφ’ όπλου λόγχη που μεταγλωττίζει το αρχαίο “Μολών λαβέ”.
Χρήστος Ζαλόκωστας, Ρούπελ, Αθήνα 1945
Νίκος Γρηγοράκης, Χαρακτικά στον Πόλεμο του ’40 και στην Αντίσταση, Αθήνα 1987
Σταμ. Πολενάκης, Σκίτσα για τον Πόλεμο του ’40, Έκδοση του Πολεμικού Μουσείου, Αθήνα 1981
Δημ. Λαζογιώργος-Ελληνικός, Κορόιδο Μουσολίνι, 1972 (επιλογή γελοιογραφιών)
Αλέξανδρος Αλεξανδράκης, Έτσι πολεμούσαμε το 1940-41, Αθήνα 1968 (πρόκειται για τετράγλωσσο λεύκωμα, με 80 σχέδια και 22 ζωγραφικούς πίνακες, στον πρόλογο του οποίου σημειώνει: “Στην τέχνη μου με απασχολούν πολλά. Οι εικόνες όμως του Μετώπου και της υπεράνθρωπης προσπάθειάς μας στον συντριπτικά άνισο αγώνα έρχονται και ξανάρχονται στην ζωγραφική μου σαν ανεξόφλητο χρέος. / Τα σχέδια αυτά και τους πίνακες που ζωγράφισα αργότερα, παρουσιάζω σήμερα συγκεντρωμένα, σαν μια ακόμη μαρτυρία των όσων ζήσαμε εκεί πάνω”. Στις 13 Σεπτεμβρίου 1968 πέθανε στα 55 του χρόνια. Στις 29 Δεκεμβρίου του ίδιου χρόνου η Ακαδημία Αθηνών τον τίμησε βραβεύοντας το λεύκωμά του “διότι κατά την διάρκεια του Ελληνοϊταλικού Πολέμου του 1940-41 κατόρθωσε να σχεδιάσει τας πλέον ζωντανάς σκηνάς του ενδόξου αυτού Πολέμου προσενεγκών ούτω σοβαρήν εθνικήν υπηρεσίαν”, ενώ ο αδελφός του Μενέλαος τίμησε τη μνήμη του εκδίδοντας το βιβλίο Αλεξανδράκης-Σχέδια (Αθήνα 1970), με το οποίο φωτίζει το όλο έργο του πριν τον Πόλεμο και μετά απ’ αυτόν, ένα έργο πλούσο σε σκίτσα, ελαιογραφίες, υδατογραφίες και χαρακτικά.
Προσθέτω πως η σειρά των βιαστικών σχεδίων του Αλέξανδρου Αλεξανδράκη τον καιρό του Πολέμου του 1940-41 έχει χαρακτηριστεί “η πιο αυθεντική και αξιόπιστη εικαστική μαρτυρία για αυτόν τον Πόλεμο, κάτι ανάλογομε αυτά που μας έδωσε αφηγηματικά με λέξεις στο Πλατύ Ποτάμι ο Γιάννης Μπεράτης και στην Ποιητική ο Οδυσσέας Ελύτης” (βλ. Επτά Ημέρες / Η Καθημερνή, 26 Οκτωβρίου 1997, σελ. 9).
7) Γενάρης 1941. Δυο ζωγράφοι στο Αλβανικό Μέτωπο (φώτο). Αριστερά ο Διαμαντής Διαμαντόπουλος και δεξιά ο Γιάννης Τσαρούχης. Στην παράπλευρη λεζάντα της φωτογραφίας αυτής διαβάζει κάποιος: “Πριν από την συνάντηση και την αναμνηστική αυτή φωτογραφία, γράφει ο Διαμαντόπουλος από το Μέτωπο (15.12.1940) στον Δημήτρη Πικιώνη: “Αγαπητέ κ. Πικιώνη / Έχετε συμμετάσχει στους περασμένους πολέμους και δοκιμάσατε τα συναισθήματα που μας γεννούν τέτοιες περιστάσεις / Εμείς προς το παρόν δεν έχουμε κοπιάσει και πολύ. Ο Πόλεμος αυτός μάς δίνει αυτοπεποίθηση για τις δυνατότητες της φυλής μας και δικαιώνει τις ελπίδες και την πίστη που τρέφαμε, ως καλλιτέχναι, για την δημιουργία της Νέας Ελληνικής Τέχνης. Τώρα βέβαια όλ’ αυτά τα παραμερίζουμε. Αλλά σκέπτομαι όταν θα επιστρέψουμε μετά την νίκη, με τι πάθος θ’ αρχίσουμε πάλι να δουλεύουμε την ζωγραφική; / Ο Τσαρούχης και ο Εγγονόπουλος τι απέγιναν; / Χαιρετισμούς στην κ. Αλεξάνδρα και τα παιδιά. Επίσας σας χαιρετά και ο Χατζόπουλος που υπηρετεί στην μονάδα μας”. Και ο Τσαρούχης μετά την συνάντησή του με τον Διαμαντόπουλο στο Μέτωπο, γράφει και εκείνος στον Πικιώνη (5.4.1941), ανάμεσα στ’ άλλα [και τούτο]: “… Έχω σκαλίσει σε ένα βότσαλο του ποταμού μιαν Αφροδίτη ως την μέση με δύο έρωτες· ίσως μια μέρα την δείτε. Είναι ανάγλυφον έγχρωμον […]” (βλ. Επτά Ημέρες / Η Καθημερινή, 26 Οκτωβρίου 1997).
(ακολουθεί συνέχεια)
Κώστας Π. Παντελόγλου