Μεγάλη χαρά. Τα παιδιά, βέβαια. Που σκορπίζουν παντού το κρυστάλλινο γέλιο τους. Όταν είναι χαρούμενα, βέβαια…
Όμως τα μικρά αυτά θαύματα που συνηθίζουμε να επιφορτίζουμε με όλες τις ελπίδες του γερασμένου κόσμου μας, χάνουν κάθε μέρα ως μέλη της κοινωνίας πολλές απ’ τις δικές τους, μικρές για μας αλλά μεγάλες για κείνα, χαρές.
Όχι, δε μιλάμε θεωρητικά. Μιλάμε μάλιστα συγκεκριμένα για τη δική μας πόλη, τη Νέα Φιλαδέλφεια, όπου τα παιδιά έχουν αρχίσει να χάνουν τις παιδικές τους χαρές, μα και χαρές όπως η ασφάλεια ή η ηρεμία, μία μία. “Δε γίνεται να παίξεις εδώ, είναι επικίνδυνα. Μη, είναι σπασμένη αυτή η κούνια! Κάτσε, ένα σίδερο περισσεύει, θα κοπείς…. Θα δοκιμάσουμε αλλού”. Και το αλλού όμως τα ίδια προβλήματα έχει, τούμπες-λάκκοι το δάπεδο, χαλασμένα τα ελάχιστα παιχνίδια. Ή πάλι τα παιδιά τις βρίσκουν ερμητικά κλειστές, και τότε τα απογοητευμένα μάτια τους τα λένε όλα. Αυτό ακριβώς συνέβη για μήνες με τις περισσότερες από τις παιδικές χαρές της πόλης μας. Μόνη παρηγοριά εκείνο το διάστημα η μικρή παιδική χαρά της πλατείας Κωνσταντινουπόλεως – μα πόσα παιδιά να χωρέσει και από πόσο μακριά να τα φέρουν οι δικοί τους; Και μήπως δεν είναι κάτοικοι του δήμου μας οι άνθρωποι αυτοί, και πρώτ’ απ’ όλα τα ίδια τα παιδιά;
Είναι κι η παιδική χαρά του δάσους μας. Αυτή ήταν η πρώτη που έκλεισε για χρόνια, γεγονός εντελώς ακατανόητο, αν σκεφτεί κανείς το πού βρίσκεται. Τα παιχνίδια της μεταφέρθηκαν σε άλλη παιδική χαρά του δήμου, που… εγκαινιάστηκε σε περίοδο προεκλογική. Ήταν η εποχή που μια σειρά εξελίξεις προετοιμάζονταν σταδιακά, κι έπρεπε να προηγηθεί η απαραίτητη κατάπτωση στο άλσος, με παράλληλη ανάπτυξη της γνωστής ρητορικής: διαμάντι το δάσος, μόνο που εμείς οι κάτοικοι δεν έχουμε καταλάβει την αξία του.
Μια τέτοια παιδική χαρά όμως θα μπορούσε να είχε γίνει πραγματικά ξεχωριστή. Υπάρχουν ανάλογα παραδείγματα, θα αναφέρουμε εδώ την παιδική χαρά του Πικιώνη στο βουνό της Φιλοθέης. Μια παιδική χαρά αλλιώτικη, αληθινό κομμάτι της φύσης, φτιαγμένη με τη δημιουργική έμπνευση και την αγάπη για τα παιδιά ενός αρχιτέκτονα με λεπτή αισθητική και φιλοσοφική σκέψη, του Δημήτρη Πικιώνη: πέτρα και ξύλο, μια ξύλινη βάρκα σε μια λιμνούλα αβαθή, άρα ασφαλή, εικόνα ποιητική και μαζί ανοιχτή για δράση, κι ακόμα μια καλύβα, ένα γιαπωνέζικο περίπτερο, ένα ελάφι του Χρήστου Καπράλου έτοιμο να φύγει με τα παιδιά προς το όνειρο, κι όλα αυτά μέσα στο πράσινο…
Δε μας λείπει το πράσινο εμάς – ή τουλάχιστον όχι ακόμα. Πόσα προάστια της Αθήνας γνωρίζουμε τόσο πράσινα όσο η Νέα Φιλαδέλφεια; Και όμως, πόσες παιδικές χαρές ενεργές διαθέτει η δική μας περιοχή; Και πόσο λίγες δυνατότητες για ασφαλές παιχνίδι έχουν τα παιδιά της πόλης μας;
Σε μια πραγματικότητα που γίνεται όλο και πιο ζοφερή, τα παιδιά, τα τελευταία ιδιαίτερα χρόνια, πέρασαν πολύ χρόνο στο σπίτι χωρίς φίλους και μπροστά σε οθόνες. Στη μικρή μας πόλη πάλι τελευταία, επιβαρύνθηκαν μαζί με μας τους/τις ενήλικες με κίνηση, με ατμοσφαιρική ρύπανση και με μια πολύ ανησυχητική ηχορύπανση, με αποτέλεσμα η ζωή τους να χειροτερέψει σημαντικά. Οι ελεύθεροι χώροι, το παιχνίδι, η κοινωνικότητα, η ανάπτυξη της ελεύθερης σκέψης, της φαντασίας είναι λοιπόν πιο αναγκαία σήμερα από ποτέ.
Έτσι είναι ο κόσμος θα πείτε, τι περνά απ’ το χέρι μας; Στη γειτονιά μας όμως από το χέρι μας περνούν πολλά. Ούτε οι χώροι λείπουν εξάλλου από την πόλη μας, ούτε η γνώση κι οι επιστήμονες – αρχιτέκτονες, γεωπόνοι, παιδαγωγοί. Ίσως λείπει η φαντασία, αλλά πάνω απ’ όλα η πολιτική θέληση και το πραγματικό νοιάξιμο για ό,τι στ’ αλήθεια μετρά. Ας αναστοχαστούμε και – προπαντός – ας πράξουμε άμεσα, η παιδική ηλικία δεν περιμένει, το ξέρουμε όλες και όλοι καλά…
λ.